Τρίτη 4 Φεβρουαρίου 2014

Η Αργείτισσα ρεμπέτισσα Νταίζυ Σταυροπούλου

stauropoulou
«Νταίζυ, του αργείτικου κάμπου το λουλούδι, η μούσα των ρεμπέτηδων». Με αυτόν τον τίτλο, μια μεγάλη μουσικοκριτικός, η Αλεξάνδρα Λαλαούνη, είχε χαρακτηρίσει στη "Βραδυνή" την Αργείτισσα τραγουδίστρια Νταίζυ Σταυροπούλου.
Το όνομά της είναι άγνωστο στο ευρύ κοινό, ωστόσο όσοι ασχολούνται με το ρεμπέτικο τη θεωρούν μία από τις σημαντικότερες ελληνικές φωνές.
Η Νταίζυ Σταυροπούλου είναι δεν ανέβηκε ποτέ στο πάλκο και ηχογράφησε μόνο 25 τραγούδια, παρόλα αυτά ένας θρύλος περιβάλλει το όνομά της. Πρώτα και κύρια λόγω της εξαιρετικής της φωνής που έμοιαζε με του Στράτου Παγιουμτζή (γεγονός που της απέδωσε τον χαρακτηρισμό «θηλυκός Στράτος» και επέσυρε την οργή του), αλλά και επειδή υπήρξε φίλη του Ανέστη Δελιά.
Γεννημένη στις αρχές της δεκαετίας του 1910 από αγροτική οικογένεια του Άργους, η Νταίζυ στα 1933 βρίσκεται στην Αθήνα όπου μέσω ενός εξαδέλφου της γνωρίζεται με το Μήτσο τον Καρυδάκια, έναν πολύ καλό μπουζουξή. Με τον ξάδελφό της, το Μήτσο τον Καρυδάκια και τη φιλενάδα του Μαριάνθη βρίσκονται κάποιο βράδυ στη μάντρα του Σαραντόπουλου.
Αφηγείται η ίδια στον μουσικό ερευνητή Κώστα Χατζηδουλή: «..μου είπανε να είμαι πολύ προσεκτική, όταν θα μπαίναμε στο μαγαζί. Να μην κοιτάω ούτε δεξιά ούτε αριστερά, παρά μόνο μπροστά κατευθείαν στο πάλκο, γιατί οι άντρες που πήγαιναν εκεί ήταν ζόρικοι, πολύ σκληροί και ψόφαγαν για παρεξήγηση».
Στο πάλκο όμως έπαιζε ο Ανέστος ο Δελιάς.
«Με κοίταζε ο Ανέστης, τον κοίταζα κι εγώ... Και τότε ερωτευθήκαμε ο ένας τον άλλο...».
Ο Δελιάς είχε ήδη αρχίσει να γράφει και να ηχογραφεί τα πρώτα του τραγούδια. Στις πρόβες ο Ανέστης και ο Καρυδάκιας έπαιζαν και τραγουδούσαν και η Νταίζυ τα χόρευε.
Όμως ο Ανέστης πέφτει στην πρέζα. Στα 1938, η Νταίζυ για να τον γλυτώσει φεύγει μαζί για τη Θεσσαλονίκη, όπου ο Ανέστης κάνει κάποιες εμφανίσεις στου «Κέρκυρα» (ταβέρνα σε μια κακόφημη περιοχή στην οδό Ειρήνης).
Εκεί η Νταίζυ γνωρίζεται με τον Τσιτσάνη που υπηρετούσε τη θητεία του στο Τάγμα τηλεγραφητών. Τον επόμενο χρόνο, και αφού η Νταίζυ έχει γυρίσει στην Αθήνα, ο Τσιτσάνης της προτείνει, επειδή είχε οικονομικής φύσης προστριβές με τον Παγιουμτζή, να τραγουδήσει αυτή κάποια τραγούδια του. Και κάπως έτσι ξεκινάει η δισκογραφική παρουσία της...
Η μεγαλύτερη επιτυχία της, το τραγούδι που ουσιαστικά την έκανε γνωστή σε όλη την Ελλάδα είναι το «Αφού μ' αρέσει να γυρνώ» (1940). Σε αφήγηση στον Κώστα Χατζηδουλή η Νταίζυ Σταυροπούλου ανέφερε: «...Ήταν μεσημέρι και είχα πιει κανά-δυο ουζάκια και τον Φαλτάϊτς (προϊστάμενος στο «τμήμα διαλογής μουσικών τεμαχίων» της Columbia) φαίνεται ότι τον πήρε η μυρωδιά του ούζου. «Νταίζυ μυρίζεις ούζο», μου λέει. «Κύριε Φαλτάϊτς», του λέω, «μου αρέσει, κι αφού μου αρέσει και να γυρνώ ακόμα, τον κόσμο τι τον μέλλει; Τα λόγια του τα αψηφώ, κι ας λέει ότι θέλει!. Ήτανε εκεί και ο Βασιλειάδης και ο Τσιτσάνης. Με άρπαξε αγκαλιά ο Τσάντας (σ.σ. Χαρ. Βασιλειάδης) και μου λέει: - Νταίζυ μου, να σε φιλήσω, τι είπες τώρα; Φεύγουμε και οι τρεις και πάμε σε ένα καφενεδάκι και κάτσαμε για να φτιάξουμε το τραγούδι».
Η επιτυχία που γνωρίζει η Νταίζυ, εξοργίζει τον Στράτο Παγιουμτζή. Έτσι όταν η Νταίζυ, κάνει πρόβες για την ηχογράφηση του τραγουδιού «Μαρινάκι» του Παναγιώτη Τούντα, κατόπιν παρεμβάσεων του Στράτου, ο Τούντας προσπαθεί να της αλλάξει τον τόνο, ώστε να μη θυμίζει η φωνή της το Στράτο. Η Νταίζυ αρνείται, και την κατάσταση σώζει ο Κ. Φαλτάϊτς ο οποίος επιμένει να τραγουδήσει η Νταίζυ έτσι όπως αυτή θέλει.
Κατά τη διάρκεια του πολέμου και μέχρι το κλείσιμο του εργοστασίου παραγωγής δίσκων, η Νταίζυ συμμετέχει μαζί με το Στέλιο Κηρομύτη και το Μανώλη Χιώτη σε δυο τραγούδια γραμμένα για την τόνωση του ηθικού των στρατιωτών μας: «Η λόγχη μας το θέλει» του Τούντα και «Θα πάρω το ντουφέκι μου» του Κηρομύτη.
Μετά την Κατοχή, η Νταίζυ παντρεύεται. Ο άντρας της δε θέλει να ξανατραγουδήσει σε δίσκους. Έτσι, αν και έχει αποκλειστικό συμβόλαιο με τη Columbia και παρά τις πιέσεις και απειλές από την εταιρεία, η Νταίζυ παύει οριστικά το τραγούδι.
Όλα αυτά τα χρόνια και μέχρι το θάνατό της στα 1994: «...πήγαινα στα διάφορα κέντρα και άκουγα τους παλιούς συναδέλφους. Χόρευα και κανένα ζεϊμπέκικο...» αφηγείται η ίδια.
Στοιχεία έχουν αντληθεί από το περιοδικό "Λαϊκό Τραγούδι" (τεύχος 3) και την έρευνα του Κώστα Χατζηδουλή. Όλο το αφιέρωμα του περιοδικού, μπορείτε να το διαβάσετεεδώ
Γ. Νικολόπουλοςhttp://argolika.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου