Άργος, 99 χρόνια πριν: Το Ανάθεμα στον Βενιζέλο (κείμενο του Τάκη Μαύρου)
14 Νοεμβρίου 2015
Στα τέλη του 1916 ο Εθνικός Διχασμός ανάμεσα σε βενιζελικούς και αντιβενιζελικούς βρίσκεται στο αποκορύφωμά του. Το Δεκέμβριο οργανώνονται διαδηλώσεις στην Αθήνα κατά του Βενιζέλου, με επικεφαλής την Ιερά Σύνοδο.
Οι βασιλόφρονες διαδηλωτές κατευθύνονται στο Πεδίο του Άρεως για να αναθεματίσουν τον «σατανά» της πολιτικής ζωής του τόπου. Κάθε «καλός χριστιανός» έπρεπε να ρίξει «πέτρα αναθέματος» σε μια σωρό από πέτρες…
Ανάλογο Ανάθεμα έγινε (πιθανόν, λίγες μέρες αργότερα) και στο Αργος. Δυστυχώς, η έλλειψη τοπικών εφημερίδων εκείνη την εποχή (τουλάχιστον από τα αρχεία των βιβλιοθηκών) δεν μας επιτρέπει να έχουμε πληρέστερη εικόνα και περισσότερα στοιχεία για τα γεγονότα. Ψάχνοντας μεταγενέστερα αρχεία ανακαλύψαμε σχετικό κείμενο στην εφημερίδα «Αναγέννηση» στις 17 Δεκεμβρίου 1977, στη στήλη «Λαογραφικές Μνήμες». Ο συντάκτης του υπέγραφε ως «Ο Γείτων» και πρόκειται για τον αείμνηστο ιστοριοδίφη Τάκη Μαύρο. Γ.Χ.Ν.
———————————————————————————————————————
Βρισκόμαστε στο τέλος του 1916. Ο Βενιζέλος έχει σχηματίσει στη Θεσσαλονίκη δική του φιλοανταντική κυβέρνηση, και ο διχασμός έχει γίνει πραγματικότητα.
Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Θεόκλητος, αποφασίζει, προφανώς όχι μόνο από δική του πρωτοβουλία, και παραγγέλνει στις κατά τόπους εκκλησιαστικές αρχές να αναθεματίσουν τον Βενιζέλο. Μητροπολίτης τότε στην Αργολίδα ήταν ο Αθανάσιος που με τη σειρά του αναθέτει στον Παπαμπόμπο να οργανώσει το «ανάθεμα» στο Άργος, αλλά αυτός τα καταφέρνει να μην αναμιχθεί ο ίδιος, και να αναθέσει στον εφημέριο Παπά Δημήτρη Γεωργόπουλο από το Κιβέρι, τη σχετική φροντίδα.
Σε συνεργασία με τον τότε δήμαρχο Άργους τον Βαγγέλη τον Μπόμπο, καταστρώνεται το σχέδιο, πως και που να γίνει το «ανάθεμα». Κατέληξαν «στη Βρύση». Εκεί που είναι σήμερα το κτήριο του Ο.Τ.Ε. υπήρχε ένα οικόπεδο, και εκεί που παρκάρουν σήμερα τα αυτοκίνητα, στην ανατολική του πλευρά, ακριβώς κάτω από την πινακίδα που γράφει ότι «απαγορεύεται το παρκάρισμα», υπήρχε τότε μια βρύση. Τόπος αναθέματος ορίστηκε εκεί κοντά στη βρύση, και πιο συγκεκριμένα, εκεί που είναι τώρα ένας μικρός ανοιχτός χώρος, κάτι σαν πλαταιϊτσα ανάμεσα στον Ο.Τ.Ε. και το μικρό καφενεδάκι.
Όλοι οι βασιλόφρονες, οι «βασιλικοί» του Άργους, φορώντας ένα άσπρο τσεμπεράκι στο κεφάλι τους για να ξεχωρίζουν από τους αντίθετούς τους βενιζελικούς, περνούσαν εμπρός από τον τόπο του αναθέματος, διάλεγαν μια πέτρα, τη μεγαλύτερη που εύρισκαν, γιατί τότε πέτρες εύρισκες και στους κεντρικούς δρόμους του Άργους, και την πετούσαν επάνω στο σωρό φωνάζοντας: «Ανάθεμα». Τραγουδούσαν κι ένα τραγουδάκι:
Τριανδρίας αρχηγός
Βενιζέλος ο στραβός
Δαγκλής και Κουντουριώτης
του Έθνους ο προδότης
Μαρκαντωνάκης Κλέαρχος ο φαγάς
πάντες θέλουν κρέμασμα.
Βενιζέλος ο στραβός
Δαγκλής και Κουντουριώτης
του Έθνους ο προδότης
Μαρκαντωνάκης Κλέαρχος ο φαγάς
πάντες θέλουν κρέμασμα.
Οι δύο τελευταίοι στίχοι θυμίζουν κάπως μοντέρνα ποίηση, αλλά πάντως είναι αυθεντικοί. Έτσι διασώθηκαν.
Υπήρχαν όμως και λιγοστοί βενιζελικοί, που δεν πήγαιναν να ρίξουν πέτρα στο ανάθεμα. Ένας από αυτούς ήταν και ο Γερο Μιχάλης ο Κατσάνος, πατέρας του Κατσάνου που είχε τις μπενζίνες μαζί με τον Καρκαμπά. Αυτόν τον μετέφεραν τα όργανα της τάξεως «σηκωτόν» για να ρίξει την πέτρα του.
Ίσως από τότε να χρονολογείται η αντίληψη ότι η ψηφοφορία είναι υποχρεωτική, γιατί ούτε ο συντάκτης του τότε συντάγματος ούτε και των μεταγενέστερων θυμήθηκαν να το προσθέσουν.
Βρέθηκαν όμως και μερικοί άλλοι που αρνήθηκαν να πάνε. Η ιστορία συγκράτησε τα ονόματά τους. Ήσαν ο Θανάσης ο Κατσούλας, ο μετέπειτα βιομήχανος που έκανε τα κολοφώνια, ο Θανάσης ο Νανόπουλος που είχε το μπακάλικο απέναντι από του Τριμπούκα, ο Μήτσος ο Κόλιας με την ταβέρνα και τη ρομβία, που νομίζω πως σώζεται ακόμη σε λειτουργία, ο μεγαλοταβερνιάρης ο Τάσος Παναρίτης, ο Παναγιώτης ο Βλασταράς, ο Ανδρέας ο Ρόκας ο κατοπινός βιομήχανος, ο Βασίλης ο Μαρούσης, ο Γιάγκος ο Μακρής ή Μακρυπουκάμισος από την Πυργέλα και μερικοί άλλοι. Είπαμε πως η ιστορία συγκράτησε τα ονόματά τους αλλά δεν συγκράτησε το πόσο ξύλο φάγανε.
Τέτοιος μάλιστα ήταν ο ενθουσιασμός και τέτοιος ο παλμός που κατείχε τις Αργείτικες ψυχές τότε, ώστε και ο γυμνασιάρχης ο Παπαδιαμαντόπουλος οδήγησε τα παιδιά του γυμνασίου εν παρατάξει στον τόπο του αναθέματος για να ρίξουν και κείνα μια πέτρα.
Δυο-τρία από αυτά δεν ρίξανε. Ο ένας ήταν ο Κώστας ο Κεραμίδας, ο κατοπινός γιατρός, κι ο άλλος ο Στέφανος ο Μακρής ο σημερινός δικηγόρος, του οποίου τα αυτιά ίσως ακόμη να βουίζουν από τις «σφαλιάρες» που τους έδωσε ο αείμνηστος γυμνασιάρχης όταν ξαναγύρισαν στην τάξη.
Τί απέγινε όμως ο σωρός του αναθέματος; Πολλοί τον θυμήθηκαν ότι σωζόταν, αλλά σιγά -σιγά χρησιμοποιήθηκε στα θεμέλια των γύρω οικοδομών.
Ο ΓΕΙΤΩΝ «Αναγέννηση» 17-12-1977
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου