Σάββατο, 16 Ιουλίου 2011
Κίος 1914 – Η Γυναίκα της Κίου
Ετικέτες ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ
Διαβάζουμε στο ΑΡΓΟΛΙΚΗ ΑΡΧΕΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ:
Κατά τη διάρκεια του Ευρωπαϊκού Πολέμου 1914-1918, επειδή όλοι οι άνδρες από 19-50 ετών στρατευθέντες υπηρετούσαν στα περιώνυμα «Εργατικά Τάγματα»* (Αμελέ Ταμπούρ), τα οποία επινόησε ο μέγας διώκτης του Ελληνισμού γερμανός στρατηγός Φον Ντε Γκολτ Πασάς, για την εξόντωση του Ελληνισμού, άλλοι δε από τους άνδρες της Κίου φυγοδικούντες κρύβονταν σε κάθε είδους κρυψώνες μέσα στην πόλη, το εμπόριο και οι γεωργικές εργασίες, στην Κίο τουλάχιστον, πέρασαν στις γυναίκες.
Ο πόλεμος εκείνος ο Ευρωπαϊκός έγινε αιτία να διαπιστωθεί η αντοχή των γυναικών και στις εξωτερικές εργασίες, αντοχή που θα την ζήλευαν και οι εργατικότεροι και οι πιο ακούραστοι άντρες. Η γυναίκα λοιπόν της Κίου κατά τα έτη 1914-1918 άφησε κατά μέρος το καπέλο, το δερμάτινο γάντι, τα πολυτελή φορέματα, τη μεταξωτή κάλτσα, το γοβάκι με ψηλό τακούνι, το κραγιόν, την πούδρα, τις παντόφλες που κατασκεύαζε η ίδια από σπάγκο, ακόμη και το τσαρούχι και αντικατέστησε σε όλα το στρατιωτικό ή φυγόδικο ή λιποτάκτη πατέρα, σύζυγο και αδελφό της. Τα ελαιοτόπια, οι συκομουριές, τα αμπέλια και γενικώς όλα τα κτήματα της Κίου καλλιεργούνταν από τις γυναίκες. Αυτές μάζευαν τις ελιές, αυτές μετέφεραν τα φύλλα της μουριάς για τηδιατροφή των μεταξοσκωλήκων, αυτές πήγαιναν στην Προύσα όπου πουλούσαν τα κουκούλια. Αυτές με τα ζώα και με τα κάρα πήγαιναν στα χωριά του εσωτερικού και διενεργούσαν το εμπόριο ανταλλαγής. Δίνοντας βιομηχανικά προϊόντα ή εργόχειρα (κεντήματα κλπ.) έναντι γεωργικών προϊόντων (σιτάρι, πληγούρι κλπ.).
Αυτές καλλιεργούσαν τους λαχανόκηπους, αυτές έσπερναν, θέριζαν και μαζεύανε τα δημητριακά. Ο κάμπος της Κίου βομβούσε από τη γυναικεία εργασία. Η τσάπα, το λισγάρι, το σκαλιστήρι, το κλαδευτήρι και η ποτιστήρα δεν έλειψαν ολόκληρη την τετραετία του πολέμου από τα χέρια της Κιώτισσας γυναίκας, η οποία σαν μέλισσα εργαζότανε νύχτα και ημέρα κάτω από το δριμύ ψύχος το χειμώνα και τον καυτερό ήλιο το καλοκαίρι. Αυτές διενεργούσαν και το εμπόριο με την Κωνσταντινούπολη. Αγόραζαν από την Κίο ελιές, λάδι, όσπρια, πουλερικά, μέλι, πετμέζι, άσπρα (χάσικα) ψωμιά, οπωρικά και διάφορα άλλα τρόφιμα και τα μετέφεραν στην Πόλη για να τα μεταπουλήσουν κερδίζοντας έτσι αρκετά χρήματα. Οι γυναίκες αυτές καθ’ όλο το διάστημα του πολέμου ενεργούσαν και το εμπόριο των δημητριακών, τα οποία η Κίος στερούνταν.
Αυτές καλλιεργούσαν τους λαχανόκηπους, αυτές έσπερναν, θέριζαν και μαζεύανε τα δημητριακά. Ο κάμπος της Κίου βομβούσε από τη γυναικεία εργασία. Η τσάπα, το λισγάρι, το σκαλιστήρι, το κλαδευτήρι και η ποτιστήρα δεν έλειψαν ολόκληρη την τετραετία του πολέμου από τα χέρια της Κιώτισσας γυναίκας, η οποία σαν μέλισσα εργαζότανε νύχτα και ημέρα κάτω από το δριμύ ψύχος το χειμώνα και τον καυτερό ήλιο το καλοκαίρι. Αυτές διενεργούσαν και το εμπόριο με την Κωνσταντινούπολη. Αγόραζαν από την Κίο ελιές, λάδι, όσπρια, πουλερικά, μέλι, πετμέζι, άσπρα (χάσικα) ψωμιά, οπωρικά και διάφορα άλλα τρόφιμα και τα μετέφεραν στην Πόλη για να τα μεταπουλήσουν κερδίζοντας έτσι αρκετά χρήματα. Οι γυναίκες αυτές καθ’ όλο το διάστημα του πολέμου ενεργούσαν και το εμπόριο των δημητριακών, τα οποία η Κίος στερούνταν.
Γι’ αυτό, επειδή το χρήμα στα χωριά του εσωτερικού δεν είχε τόση αξία όσο τα διάφορα βιομηχανικά προϊόντα, οι γυναίκες μας πήγαιναν στην Προύσα, με τα πόδια βέβαια, ελείψει μέσων συγκοινωνίας, και αγόραζαν διάφορα αντικείμενα, όπως είδη μαγειρικής χάλκινα, διάφορα γυάλινα είδη, δοχεία από πορσελάνη, υφάσματα για τούρκικους φερετζέδες, σεντόνια, κουβέρτες, χαλιά, τραπεζομάντιλα, ρολόγια, κομπολόγια και παντός είδους υφάσματα.
Εφοδιασμένες με τα ανωτέρω είδη, σχημάτιζαν ομάδες από τη γειτονιά τους και ξεκινούσαν για τα σιτοπαραγωγά χωριά του Παζάρ-Κιοϊ, του Γενή-Σεχήρ, του Μπιλετζίκ και έφθαναν ως το Εσκή-Σεχήρ. Εκεί πουλούσαν το εμπόρευμά τους με ανταλλαγή σιταριού, κριθαριού, αραβοσίτου, οσπρίων, αλευριού, διαφόρων ζυμαρικών, πουλερικών και παντός είδους τροφίμων, τα οποία φορτώνονταν σε βοδάμαξες με τις οποίες τα έφερναν στην Κίο.
Τα ταξίδια αυτά γίνονταν πάντα με τα πόδια, διαρκούσαν δε περίπου 15 μέρες. Τόση δε ασφάλεια υπήρχε τότε στην ύπαιθρο, ώστε ποτέ δε σημειώθηκε κλοπή ή ληστεία σε βάρος των γυναικών αυτών, επικρατούσε δε την εποχή εκείνη τέτοιατιμιότητα και ηθική, ώστε δεν έγινε κανένα επεισόδιο σε βάρος της τιμής των γυναικών που ταξίδευαν ολομόναχες από την Κίο μέχρι το Εσκή-Σεχήρ, απόσταση μεγαλύτερη από 150 χιλιόμετρα. Ίσως αυτό να οφείλεται και στο ότι όλος ο αρσενικός πληθυσμός της Τουρκίας από 19-50 ετών ήταν στρατευμένος στα διάφορα πολεμικά μέτωπα.
Το εμπόριο αυτό της ανταλλαγής που διεξήγαγαν οι γυναίκες της Κίου είχε τόσο αναπτυχθεί και προοδεύσει, ώστε κατά τα τελευταία έτη του πολέμου 1917-1918, είχε λυθεί το επισιτιστικό πρόβλημα της Κίου, όπου υπήρχε άφθονο ψωμί και ότι άλλο τρόφιμο που σπάνιζε στις άλλες περιοχές της Τουρκίας. Γι’ αυτό και οι τουρκικές αρχές, οι οποίες δεν έδειξαν κανένα ενδιαφέρον για τον επισιτισμό της Κίου κατά τα πρώτα έτη του πολέμου, μετά παρείχαν κάθε ευκολία και υποστήριξη στις εμπορευόμενες γυναίκες της πατρίδας μας Κίου.
Η γυναίκα της Κίου κατά τον Ευρωπαϊκό εκείνο πόλεμο επιδόθηκε σε κάθε κοπιαστική, επίμοχθη, επίφοβη και επικίνδυνη εργασία, σπρωγμένη από τη σκληρή ανάγκη της ζωής για τη διατροφή της οικογένειάς της. Η κιώτικη γυναικεία αντοχή θριάμβευσε τότε.
Υποσημείωση
* Την υποχρεωτική κατάταξη των αντρών στα διαβόητα “Εργατικά Τάγματα” (Αμελέ Ταμπουρού), που στην πραγματικότητα ήταν Τάγματα θανάτου. Οι επιστρατευμένοι στέλνονταν στο εσωτερικό της Μ. Ασίας και ήταν υποχρεωμένοι, κάτω από την άγρια επιτήρηση κτηνωδών τσαούσηδων, να δουλεύουν 18 ώρες το 24ωρο. Έσπαζαν πέτρες, μετέφεραν υλικά, άνοιγαν διαβάσεις, κάτω από το αφόρητο ψύχος, τη βροχή ή τον καυτό ήλιο, χωρίς επαρκή τροφή και ιατρική περίθαλψη. Χιλιάδες ήταν αυτοί που πέθαναν από τις κακουχίες, τους ξυλοδαρμούς και τις επιδημίες.
Πελοπίδας Ε. Πινάτσης
Περιοδικό Αναγέννηση, «1922-2002: Αφιέρωμα στην Κίο», τεύχος 384, Ιούλιος – Αύγουστος 2002.
Εφοδιασμένες με τα ανωτέρω είδη, σχημάτιζαν ομάδες από τη γειτονιά τους και ξεκινούσαν για τα σιτοπαραγωγά χωριά του Παζάρ-Κιοϊ, του Γενή-Σεχήρ, του Μπιλετζίκ και έφθαναν ως το Εσκή-Σεχήρ. Εκεί πουλούσαν το εμπόρευμά τους με ανταλλαγή σιταριού, κριθαριού, αραβοσίτου, οσπρίων, αλευριού, διαφόρων ζυμαρικών, πουλερικών και παντός είδους τροφίμων, τα οποία φορτώνονταν σε βοδάμαξες με τις οποίες τα έφερναν στην Κίο.
Τα ταξίδια αυτά γίνονταν πάντα με τα πόδια, διαρκούσαν δε περίπου 15 μέρες. Τόση δε ασφάλεια υπήρχε τότε στην ύπαιθρο, ώστε ποτέ δε σημειώθηκε κλοπή ή ληστεία σε βάρος των γυναικών αυτών, επικρατούσε δε την εποχή εκείνη τέτοιατιμιότητα και ηθική, ώστε δεν έγινε κανένα επεισόδιο σε βάρος της τιμής των γυναικών που ταξίδευαν ολομόναχες από την Κίο μέχρι το Εσκή-Σεχήρ, απόσταση μεγαλύτερη από 150 χιλιόμετρα. Ίσως αυτό να οφείλεται και στο ότι όλος ο αρσενικός πληθυσμός της Τουρκίας από 19-50 ετών ήταν στρατευμένος στα διάφορα πολεμικά μέτωπα.
Το εμπόριο αυτό της ανταλλαγής που διεξήγαγαν οι γυναίκες της Κίου είχε τόσο αναπτυχθεί και προοδεύσει, ώστε κατά τα τελευταία έτη του πολέμου 1917-1918, είχε λυθεί το επισιτιστικό πρόβλημα της Κίου, όπου υπήρχε άφθονο ψωμί και ότι άλλο τρόφιμο που σπάνιζε στις άλλες περιοχές της Τουρκίας. Γι’ αυτό και οι τουρκικές αρχές, οι οποίες δεν έδειξαν κανένα ενδιαφέρον για τον επισιτισμό της Κίου κατά τα πρώτα έτη του πολέμου, μετά παρείχαν κάθε ευκολία και υποστήριξη στις εμπορευόμενες γυναίκες της πατρίδας μας Κίου.
Η γυναίκα της Κίου κατά τον Ευρωπαϊκό εκείνο πόλεμο επιδόθηκε σε κάθε κοπιαστική, επίμοχθη, επίφοβη και επικίνδυνη εργασία, σπρωγμένη από τη σκληρή ανάγκη της ζωής για τη διατροφή της οικογένειάς της. Η κιώτικη γυναικεία αντοχή θριάμβευσε τότε.
Υποσημείωση
* Την υποχρεωτική κατάταξη των αντρών στα διαβόητα “Εργατικά Τάγματα” (Αμελέ Ταμπουρού), που στην πραγματικότητα ήταν Τάγματα θανάτου. Οι επιστρατευμένοι στέλνονταν στο εσωτερικό της Μ. Ασίας και ήταν υποχρεωμένοι, κάτω από την άγρια επιτήρηση κτηνωδών τσαούσηδων, να δουλεύουν 18 ώρες το 24ωρο. Έσπαζαν πέτρες, μετέφεραν υλικά, άνοιγαν διαβάσεις, κάτω από το αφόρητο ψύχος, τη βροχή ή τον καυτό ήλιο, χωρίς επαρκή τροφή και ιατρική περίθαλψη. Χιλιάδες ήταν αυτοί που πέθαναν από τις κακουχίες, τους ξυλοδαρμούς και τις επιδημίες.
Πελοπίδας Ε. Πινάτσης
Περιοδικό Αναγέννηση, «1922-2002: Αφιέρωμα στην Κίο», τεύχος 384, Ιούλιος – Αύγουστος 2002.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου