Από τη φρίκη στη μάθηση
- Λεπτομέρειες
- Δημοσιεύτηκε στις 28 Αυγούστου 2014http://argolika.gr/
του Χρυσοβαλάντη Μπούτσικου - Κύριε, εσείς είδατε το βίντεο με τον αποκεφαλισμό; Αυτή είναι μια ερώτηση που τα προηγούμενα χρόνια θα ήταν αδιανόητο να ακουστεί μέσα σε σχολική αίθουσα. Σήμερα όμως είναι ζήτημα καθημερινής ρουτίνας. Ο μέσος μαθητής
είναι στατιστικά πολύ πιθανό να θέσει τέτοια ή ανάλογου είδους ερωτήματα. Η ερώτηση αυτή τέθηκε στον γράφοντα από μαθητή του εκτός τάξης κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών διακοπών.
Αντιλαμβάνεται αμέσως κανείς ότι τα όποια παιδαγωγικά, επιστημονικά και λοιπά προσόντα διαθέτει ο εκπαιδευτικός, ενδεχομένως να μη φτάσουν να υπερκαλύψουν τις ανάγκες που δημιουργεί η σύγχρονη σχολική αίθουσα. Το ευτύχημα είναι πως οι σημερινοί εκπαιδευτικοί στη συντριπτική τους πλειοψηφία αντιμετωπίζουν, μάλλον επιτυχημένα, περιστατικά σαν αυτό που προαναφέρθηκε. Το δυστύχημα από την άλλη είναι πως κανένα από όλα αυτά τα μη καταγεγραμμένα μικροεπεισόδια της σχολικής ζωής δεν πρόκειται να αποτυπωθεί – και συνεπώς να αξιολογηθεί – από καμία μορφή αξιολόγησης για τον απλούστατο λόγο ότι σε συνθήκες παρουσίας τρίτων μέσα στην τάξη, τα ενεργούμενα υποκείμενα της εκπαιδευτικής διαδικασίας, μαθητές και εκπαιδευτικός, θα υιοθετήσουν αναπόφευκτα για τους δικούς τους λόγους συμπεριφορές και στάσεις που μάλλον θα απέχουν πολύ από την ατόφια, ειλικρινή καθημερινή τους εικόνα.
Ωστόσο, το αμείλικτο ερώτημα περιμένει απόκριση και μάλιστα πειστική. Κατά βάθος ο μαθητής μάλλον διερευνούσε μέσω της ερώτησης όχι τόσο το αν ο θεσμικά ενήλικος καθοδηγητής του παρακολούθησε ή όχι το σχετικό τηλεοπτικό απόσπασμα, όσο τους λόγους τεκμηρίωσης της επιλογής του. Πολλές φορές τα παιδιά δεν τα ενδιαφέρει μόνο η σωστή απάντηση – εξάλλου ποια απάντηση είναι σωστή σε τέτοια θέματα; – αλλά ο λόγος/λόγοι υιοθέτησης ή απόρριψής της. Δεν είναι εύκολες οι απαντήσεις σε τέτοια θέματα, επειδή χρειάζονται τον θεωρητικό εξοπλισμό της επιστήμης της ψυχολογίας, που οι εκπαιδευτικοί στην πλειοψηφία τους δε διαθέτουν. Αλλά και η όποια εξευμενιστική απόκριση δεν μπορεί να αγνοεί τις συνθήκες μέσα στις οποίες μεγαλώνουν και ωριμάζουν τα παιδιά σήμερα. Ο εκπαιδευτικός απευθύνεται στις παιδικές ψυχές αξιοποιώντας κυρίως το λόγο, προφορικό ή γραπτό. Τα παιδιά έξω από το σχολείο, το απόγευμα, θα δεχθούν περισσότερα ερεθίσματα προερχόμενα από οθόνες και σαφώς λιγότερα από κείμενα. Δεν είναι, επομένως, εύκολο να τα πείσει κανείς για την ανάγκη ιεράρχησης των οπτικών μηνυμάτων που θα δεχτούν.
Από την άλλη, ο διαχωρισμός των παιδιών σε αυτά που «αντέχουν» τις σκληρές σκηνές και σε αυτά που δεν τις «αντέχουν», είναι αυτόματος. Το ξεχώρισμα γίνεται με παρόμοιο τρόπο, όπως στην περίπτωση των παιδιών που καπνίζουν κι εκείνων που απέχουν από το κάπνισμα ή εκείνων που θα τολμήσουν μια κοπάνα κι εκείνων που θα παραμείνουν στην αίθουσα. Ο διαχωρισμός αυτός δεν είναι μόνο κατ' όνομα. Επηρεάζει σε αποφασιστικό βαθμό την αυτο-εικόνα που το κάθε παιδί συγκροτεί για τον εαυτό του, ενώ ρυθμίζει και το βαθμό κοινωνικοποίησής του μέσα στα σχολικά όρια.
Γι' αυτό, μια καλή αρχή θα ήταν ίσως η προσπάθεια εκ μέρους του εκπαιδευτικού να εκτρέψει τη συζήτηση στη νομιμότητα ή όχι τέτοιων πρωτοβουλιών, δηλαδή να ρωτηθούν οι μαθητές αν συμφωνούν ή όχι με την ανάρτηση ανάλογων βίντεο. Να προβληματιστούν ως προς το τι εξυπηρετούν και να εμβαθύνουν, ώστε να αποφευχθεί η συλλογική αφήγηση μακάβριων σκηνών που θα τραυμάτιζε συναισθηματικά τους περισσότερους και να επικεντρωθεί το μαθητικό ενδιαφέρον στον πόλεμο των εντυπώσεων και της τρομοκρατικής προπαγάνδας. Εδώ, φρόνιμο θα ήταν να συσχετιστεί το συγκεκριμένο γεγονός με ανάλογα περιστατικά του παρελθόντος: είναι θεμιτό ή όχι να δημοσιεύονται προκηρύξεις τρομοκρατικών οργανώσεων, να προβάλλονται σκηνές φρίκης και ανθρωποσφαγών ή να εκδίδονται αυτοβιογραφικά βιβλία πρώην στελεχών τρομοκρατικών οργανώσεων κ.τ.ό.; Έτσι, θα ανοίξει το ευρύ θέμα της ελευθερίας στο διαδίκτυο και γενικότερα στα μέσα ενημέρωσης.
Ασφαλώς, όλα αυτά δεν είναι παρά καλοπροαίρετες σκέψεις που απομένει να γίνουν πράξη μέσα στη σχολική αίθουσα. Η επιτυχής κατάληξή τους εξαρτάται από μια σειρά παραμέτρων που είναι τόσες πολλές, όσες και οι ανθρώπινες φιγούρες. Αυτό που ίσως έχει βαρύνουσα σημασία, είναι η διάθεση επαναδιαπραγμάτευσης των αρχικών αποριών των μαθητών, ώστε να ξεφεύγουν από τον κλοιό της πρώτης οπτικής εντύπωσης και να καθοδηγούνται σε μια συστηματική διερεύνηση των κινήτρων. Στην αρχική ερώτηση, λοιπόν, θα μπορούσαμε να απαντήσουμε με μια σειρά άλλων ερωτημάτων, όπως: ξέρεις ποιοι πρόβαλλαν το βίντεο; / σε ποιους νομίζεις ότι απευθύνονταν; / ποιο σκοπό νομίζεις ότι εξυπηρετούσε η ανάρτησή του; κ.λπ.
Έτσι, θα δουν ίσως λιγότερες εικόνες, σίγουρα όμως θα δουν περισσότερη αλήθεια. Και, πιστέψτε με, η παιδική ψυχή μπορεί να λατρεύει τις εικόνες, αλλά τίποτα άλλο δεν μπορεί να την γεμίσει, να την ικανοποιήσει πραγματικά, όσο η αλήθεια.