ΤΟ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ "ΝΕΟΝ" ΤΗ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ '30
του Γιώργου Ρούβαλη
Ξενοδόχοι στο Ναύπλιο υπήρξαν πολλοί. Ένας τους, άφησε εποχή για την εργατικότητα, ευγένεια και εξυπηρετικότητά του. Ήταν ο Κώστας Παλαιολόγος, που γεννήθηκε στο Ναύπλιο το 1903 και πέθανε το 1998. Κοντός, με σγουρά μαλλιά και μουστακάκι, άφησε εποχή για το σκωπτικό του πνεύμα αλλά και το επιχειρηματικό του δαιμόνιο. Τη ζωή του, μας διηγήθηκε ο συγγενής και συνεταίρος του κύριος Βαγγέλης Ρεκούμης.
Παιδί φτωχής οικογενείας με καταγωγή από τις Σπέτσες, ο Παλαιολόγος μεγάλωσε στα Βραχατέικα και από πολύ νωρίς έγινε ξενοδοχοϋπάλληλος στο παραλιακό ξενοδοχείο
Νέον του Νικ. Κόντου, όπου παρέμεινε από την δεκαετία του ’30 μέχρι το 1961. Κατόπιν, συνεταιρίστηκε με τους αδελφούς Ρεκούμη από το Καστρί της Κυνουρίας και τον επίσης ξενοδοχοϋπάλληλο Ηλία Γκουβούση και διαχειρίστηκαν από το 1962 μέχρι το 1999 τα ξενοδοχεία
Όθων (νεοκλασσικό σπίτι απέναντι από την Παναγία) και
Λητώ, που χτίστηκε τότε στον Ψαρομαχαλά.
Ο Παλαιολόγος ήταν βασιλικός, γι αυτό και τα δύο ξενοδοχεία του είχαν το όνομα Όθων και Αμαλία, το οποίο αργότερα μετονομάστηκε σε Λητώ. Κατά καιρούς, τον καλούσαν στο Μπούρτζι, που ήταν ξενοδοχείο πολυτελείας τότε, με διευθυντή για σαράντα χρόνια τον Τάκη Κωστούρο, να σερβίρει υψηλά πρόσωπα όπως τον Βασιλιά Παύλο και άλλους.
Ένα διάστημα ήταν υπάλληλος σε κάποιο ξενοδοχείο στην Τρίπολη ή την Σπάρτη και κατόπιν δούλεψε στο Νέον αλλά και στην Μεγάλη Βρετανία. Παντρεύτηκε το 1950 και η γυναίκα του εργαζόταν στο σπίτι του Τερζάκη στην παραλία και αργότερα στο Νέον. Έμειναν άτεκνοι.
Σύμφωνα με τον κ. Ρεκούμη, γνωστοί ξένοι πελάτες του ξενοδοχείου Όθων ήταν τότε ο Σουηδός αρχαιολόγος Άνγκστρομ, ο Άγγλος Λόρδος Ταίηλορ, ο Αμερικανός αρχαιολόγος Πέτερσον και άλλοι ερευνητές της Αμερικανικής Αρχαιολογικής Σχολής των Αθηνών. Επίσης, ένας Γερμανός δικαστής και άλλοι Γερμανοί τουρίστες καθώς και πολλοί Ιταλοί. Οι Γερμανοί έρχονταν την άνοιξη και το φθινόπωρο, ενώ οι Γάλλοι, Ιταλοί και Άγγλοι, τον Ιούλιο και τον Αύγουστο.
Πουρμπουάρ οι τουρίστες άφηναν τα πρώτα χρόνια, όταν η Ελλάδα ήταν φτηνή και μπορούσες να ζήσεις με 5-10 δολάρια την ημέρα. Κατόπιν, τα πουρμπουάρ δίνονταν μόνο από Έλληνες. Οι τουρίστες, πήγαιναν στις Μυκήνες και την Επίδαυρο κυρίως κι οι ξένοι έμεναν 3-4 μέρες, εκτός από Ιούλιο-Αύγουστο που έμεναν παραπάνω για τα μπάνια. Το προσωπικό συνεννοούνταν μαζί τους στα αγγλικά που είχαν μάθει από το Σικάγο και λίγο στα γερμανικά και γαλλικά. Ο Ηλίας Γκουβούσης ήξερε και Τσακώνικα. Έτρωγαν στις ταβέρνες της παραλίας, στου
Σαββούρα και του
Κατσεχάμου καθώς και στο
Ελλάςτου Κουτσουμπού, στη πλατεία Συντάγματος.
Το ξενοδοχείο Όθων (πρώην Ιονική τράπεζα) είχε 12 δωμάτια και 24 κρεβάτια, ανήκε δε στη κατηγορία Δ. Ήταν μια οικογενειακή επιχείρηση, με προσωπικό τους 4 συνεταίρους και τις γυναίκες τους. Τη δεκαετία του 60, οι τιμές του ήταν 21 δραχμές μονόκλινο και 44 δραχμές δίκλινο. Το πρωινό του κόστιζε 10 δραχμές και περιελάμβανε βούτυρο, μέλι, κέϊκ, φρυγανιές κλπ. Το Λητώ είχε 11 δωμάτια και 22 κρεβάτια, κι αυτό Δ κατηγορίας. Οι τιμές του ήταν οι ίδιες με του Όθωνα και λίγο ακριβότερες γιατί είχε μπάνιο και W.C. στο δωμάτιο. Η επιχείρηση διατηρούσε ακόμα ενοικιαζόμενα δωμάτια δίπλα στο Λητώ, περίπου 7.
Όπως θυμάται ο κ. Βαγγέλης Ρεκούμης, τότε ήταν η αρχή του τουρισμού στο Ναύπλιο και τα καταλύματα ήταν λίγα, τόσο που ορισμένοι τουρίστες κοιμόντουσαν στο δρόμο. Μετά τον Αμφιτρύωνα, σε πολυτέλεια ερχόταν ο Όθων γιατί είχε ζεστό νερό κι έκανε όνομα σαν ξενοδοχείο.
Η καταγωγή της οικογένειας Ρεκούμη είναι από το χωριό Ωριά, στο Καστρί της Κυνουρίας κι είχαν μεταναστεύσει στο Σικάγο για 6-8 χρόνια, όπου εργάστηκαν ως σερβιτόροι κι ο πατέρας ως οικοδόμος. Μετά το 1962, με τις οικονομίες τους συνεταιρίστηκαν στην παραπάνω επιχείρηση. Ο Βαγγέλης Ρεκούμης, ο οποίος είχε φοιτήσει για ένα διάστημα στο Γυμνάσιο Ναυπλίου, θυμάται την εξαιρετική εντύπωση που του έκανε η ομορφιά της πόλης του Ναυπλίου και η θάλασσα σε ‘κείνον που προερχόταν από ένα ορεινό χωριό. Λέει χαρακτηριστικά: «όσο ήμουν στην Αμερική, δεν είχα ονειρευτεί ποτέ το χωριό μου. Πάντα ονειρευόμουν την Πλατεία Συντάγματος και τον Άγιο Αναστάσιο, όπου είχα έρθει μικρός. Θυμάμαι ακόμα το θερινό κινηματογράφο του Ναυπλίου, Τριανόν, που μου άρεσε πολύ».
Το ξενοδοχείο Όθων δούλεψε πολύ και με τους παλιούς Ναυπλιείς που είχαν μετακομίσει στην Αθήνα κι επέστρεφαν για διακοπές. Ο Βαγγέλης Ρεκούμης θυμάται το Ναύαρχο Ιατρού, την οικογένεια Τερζάκη και τον γιατρό Μπαβέλλα, ο οποίος είχε γεννηθεί στον Όθωνα, κι ο γιος του Νέστωρ σπούδασε στην Ιταλία σκηνοθέτης κινηματογράφου. Ακόμα, τον τυφλό Στρατηγό Λιβαδέα, τον τραπεζικό Νίκο Μητρόπουλο και τον πολιτευτή κύριο Μηναίο.
Οι παλιοί Αναπλιώτες κι ιδιαίτερα ο Παλαιολόγος τρελαίνονταν για φάρσες κι αστεία. Στον παλιό Διευθυντή της Ιονικής Τραπέζης Σορόπουλο, ο οποίος έμενε στον επάνω όροφο, μια φορά που αρρώστησε από ευκοίλια, είχαν στείλει την Πυροσβεστική με την μάνικα, να τον ανοίξει ! Ακόμα, ο Ηλίας Γκουβούσης, είχε συνεννοηθεί με την καντηλανάφτισσα της Παναγίας, Αλεξάνδρα, να χτυπήσει την καμπάνα όταν της έδινε το σήμα από το μπαλκόνι απέναντι, πράγμα που έκανε έξαλλο τον Μίμη Βασιλείου ή Πάγκαλο, επίτροπο της εκκλησίας και την άρχιζε στις βρισιές.
Στον ίδιο επίτροπο, μια φορά πρότειναν να κόψουν τις κολόνες του προαυλίου της εκκλησίας, για να περνούν πιο εύκολα τα τουριστικά πούλμαν ! Επίσης, στον κύριο Θύμιο Καρβέλη τελώνη, του οποίου η κόρη Ευγενία είχε κληρονομήσει την πολυκατοικία Θεοχαρίδη απέναντι, του έλεγαν ότι οι κολόνες του ισογείου ήταν πολλές κι έπρεπε να κοπούν μία ή δυο. Μάλιστα, μια μέρα κάλυψαν με κόντρα πλακέ κάποιες που δεν φαίνονταν και του είπαν ότι τις είχαν κόψει !
Σήμερα, η οικογένεια Ρεκούμη ασχολείται με κατασκευαστικές επιχειρήσεις στο Ναύπλιο και Αργολίδα, ενώ ο Ηλίας Γκουβούσης, συνταξιούχος, μας άφησε πρόσφατα. Όλοι τους όμως, καθώς και όλοι οι παλιοί Αναπλιώτες, θυμούνται με αγάπη τον ευγενέστατο και τετραπέρατο Κώστα Παλαιολόγο, εκπρόσωπο μιας εποχής που δεν υπάρχει πλέον.
* * * * *
Από το βιβλίο «Οι πέτρες και οι άνθρωποι.
Μικροϊστορία του Ναυπλίου», εκδόσεις Ναύδετο, 2009.