Παρουσιάζεται το Σάββατο στις 30 Ιανουαρίου 2016, στις 8 το βράδυ και στο κέντρο Τέχνης και πολιτισμού «Μέγας Αλέξανδρος» του Άργους, στα πλαίσια του 2ου Διεθνούς Φεστιβάλ Πελοποννήσου, το εξαιρετικό ντοκιμαντέρ του Γιώργου Ζέρβα «Λούης: επτά φορές να πέφτεις οκτώ να σηκώνεσαι».
Μια αντίστοιχη παρουσίαση έγινε στο Ναύπλιο στις 6-4-2014, παρουσία ενός πολυπληθούς κοινού που τίμησε έναν καλλιτέχνη της κινητής εικόνας με δεκάδες παρουσιάσεις και εξαιρετικά ντοκιμαντέρ στο ενεργητικό του, μεταξύ των οποίων και θαυμάσιες καταγραφές αργολικών θεμάτων. Ο «Λούης» προστίθεται στην τοπική θεματολογία ως μια θαυμάσια ταινία που την χαρακτηρίζει ο ρεαλισμός, η ευαισθησία, η ποιότητα της εικόνας και η υψηλή αισθητική της, η επιμονή στην ακριβή καταγραφή των ιστορικών στοιχείων.
Η λέξη ντοκιμαντέρ εμφανίστηκε και πάλι το τελευταίο καιρό στο θεματολόγιο του δημόσιου διαλόγου στη χώρα μας, χάρη σε μια εκδήλωση διεθνούς εμβέλειας, το 16ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης και στις δημιουργίες που παρουσιάστηκαν εκεί. Να θυμίσω πως, όπως θεωρείται φυσικό, η συζήτηση που αναπτύχθηκε στα ΜΜΕ δεν αφορούσε στη θεματολογία, τις τεχνικές και την ποιότητα των ταινιών ντοκιμαντέρ που παρουσιάστηκαν, αλλά επικεντρώθηκαν σε δυο και μοναδικά που παρουσίαζαν γνωστά πολιτικά πρόσωπα. Οι πιο σοβαρές, προσπάθησαν να δουν πίσω από τις εικόνες, τους ψυχολογικούς μηχανισμούς και τα αισθητικά κριτήρια που ορίζουν την κινηματογραφική εικόνα.
Αντιγράφω από το τότε άρθρο της Μαρίας Κατσουνάκη, με τίτλο «Όταν οι πολιτικοί υποδύονται» στην Καθημερινή της Κυριακής 30 Μαρτίου 2014:
«Η κινηματογραφική εικόνα, ακόμη και όταν πρόκειται για ντοκουμέντο και όχι για μυθοπλασία, υπακούει στους κανόνες της οπτικής σάρωσης. Με το βλέμμα προσλαμβάνουμε, από αυτό εξαρτάται το περιεχόμενο της επικοινωνιακής σχέσης. Οι θετικές ή αρνητικές κρίσεις κινητοποιούνται ή νεκρώνουν ανάλογα με τον πρωταγωνιστή, σε συνεργασία με τον σκηνοθέτη».
Και τελειώνει: «Όταν η κάμερα ακολουθεί έναν ζώντα πολιτικό αναμετριέται με την Ιστορία. Με την αίσθηση και τη συναίσθηση. Με μνήμη νωπή και εντυπώσεις. Το ντοκουμέντο είναι το ίδιο το πρόσωπο επί της οθόνης. Και αυτή η εγγραφή δεν είναι προσωρινή».
Πράγματι με το βλέμμα προσλαμβάνουμε. Μόνο που εδώ εγκαταλείπουμε τις μηχανιστικές προσεγγίσεις και πλησιάζουμε θέματα αισθητικής. Με άλλα λόγια, στο ίδιο Φεστιβάλ παρουσιάστηκε και το ντοκιμαντέρ του Γιώργου Ζέρβα με τίτλο:
«Λούης. Επτά φορές να πέφτεις, οκτώ να σηκώνεσαι». Μόνο που ο Γιώργος ξεκινά από την άλλη μεριά. Από εκείνη που μας προδιαθέτει να κάνουμε η μικροΙστορία: να δούμε τη ζωή μας και την ιστορία μας με τη ματιά εκείνων των απλών ανθρώπων που πρωταγωνίστησαν τελικά στη διαμόρφωσή της. Αλλά υπάρχει και ένα ακόμα σημαντικό στοιχείο που ενισχύει τη διαφορά ή, τέλος πάντων, συμπληρώνει την άποψη που αναφέρθηκε παραπάνω.
Η μηχανή είναι η επέκταση του ματιού. Το βλέμμα που καταγράφει. Ο Γιώργος συμπληρώνει τη σχέση αυτή με κάτι βαθύτερο: την ψυχική ευαισθησία με την οποία βλέπει και καταγράφει. Ναι! Η μηχανή είναι η επέκταση της ματιάς και η ματιά μπορεί να ορίζεται ως επέκταση της ψυχής του δημιουργού που αποτυπώνει μια πραγματικότητα: του συναισθηματισμού του, της πίστης, της ευγένειας. Χαρακτηριστικά που ξεχειλίζουν από την προσωπικότητα του Γιώργου Ζέρβα.
Επιτρέψτε μου να γυρίσω και πάλι στο Φεστιβάλ. Δόθηκε μια συνέντευξη τύπου από σκηνοθέτες που συμμετείχαν σ’ αυτό την Τρίτη 18 Μαρτίου. Ανάμεσά τους και ο Έντγκαρ Χάγκεν με ένα ντοκιμαντέρ για τα πυρηνικά απόβλητα. Συναντά έναν ειδικό στη διαχείριση των αποβλήτων που εργάζεται πάνω από 20 χρόνια και υποστηρίζει τη χρήση ατομικής ενέργειας. Ταξιδεύει μαζί του και καταγράφει. Αλλά κυρίως επισημαίνει σχετικά με την προσωπική του στάση κατά της χρήσης της πυρηνικής ενέργειας: «Ήθελα να υπάρχει αυτή η αντίφαση. Είναι προφανές ότι είμαι κατά των πυρηνικών αλλά αυτό δεν είναι σημαντικό. Δεν ήθελα να γυρίσω μια ταινία κατά των πυρηνικών, αλλά να θέσω τα σωστά ερωτήματα γύρω από αυτό το ζήτημα».
Την ίδια ακριβώς αντιμετώπιση έχει και ο Γιώργος με το ντοκιμαντέρ που παρουσιάζει σήμερα. Η ζωή ενός ανθρώπου, η συνύφανσή της με το αστικό βίωμα και η ιστορική της διάσταση ως κοινή τροχιά και στόχος μέσα στο χρόνο. Δεξιοτεχνικά αφήνει το παρόν να ξετυλίγεται με την αφήγηση του Λούη επαναφέροντας το παρελθόν όχι ως απλή ανάμνηση αλλά ως ενεργητικό παρόν.
«Το κατάστημα Λάμπρου εύχεται εις την πολυπληθή αυτού πελατείαν, το ΝΕΟΝ ΕΤΟΣ ΑΙΣΙΟΝ ΚΑΙ ΕΥΤΥΧΕΣ». Το ξεφύλλισμα της «Ναυπλιακής Ηχούς» συνεχίζεται καθώς ακούγεται η Tραβιάτα να βγαίνει από το πρώτο ιταλικό ραδιόφωνο που έφερε στο Ναύπλιο.
Ο Λούης καθισμένος στην πολυθρόνα το ζει ξανά. Κι ύστερα η απόγνωση. Ο Λούης πέφτει αλλά σηκώνεται ξανά. Δεν ξέρω αν είναι η πρώτη, η τέταρτη, η έβδομη φορά. Τι σημασία έχει;
Σηκώνεται ξανά. Με τη βοήθεια της συνοδού του προχωρά για το μπάνιο του στα όμορφα νερά του Καραθώνα. Πίσω του ξαφνικά φτάνει ένα φορτηγάκι. Αρχίζουν από μέσα να βγαίνουν χαρούμενα πρόσωπα, ο ίδιος, η σύζυγος, φίλοι, παιδιά, και όλο βγαίνουν και τρέχουν προς τη θάλασσα.
Κι έπειτα καθισμένος πάλι στην πολυθρόνα τον συνεπαίρνει ο ρομαντισμός του Γκέρσουιν, κλείνει τα μάτια και βλέπει με τα μάτια της ψυχής τη δύσκολη πραγματικότητα και συγκινείται βαθιά:
«30-40 χρόνια είχα να τα δω αυτά. Πόσοι έχουν φύγει. Έχω μείνει μόνος. Μόνος!»
Ο Λούης ξανασηκώνεται. Μαζί του ο Γιώργος Ζέρβας να κάνει παρέα το ταξίδι. Ο Λούης αφηγείται και ο Γιώργος κορυφώνει την αισθητική της παρουσίασης δίνοντας νόημα στο λόγο του αφηγητή, δίνοντας κίνηση στα άψυχα. Ένα καπέλο σε μια βιτρίνα που αντανακλά την κίνηση μιας φυλλωσιάς και διαχέει χωρίς ν’ ακούγεται το θρόισμα της στην εικόνα.
Υπάρχει όμως και η στιγμή όπου ο χρόνος σταματά. Η εικόνα δημιουργεί πόνο και ο χρόνος αφήνει χώρο στη συγκίνηση. Ο Λούης μονολογεί πως η στιγμή που φτάνει στο κοιμητήριο είναι η καλύτερη στην καθημερινή του ζωή. Εκεί ορίσθηκε το σημείο συνάντησης με τον αδερφό του Νίκο: 3 Μαΐου 1944, εκτελεσθείς υπό των Γερμανών. Μνήμες δυνατές που συμπληρώνονται από φωτογραφίες εποχής. Ήταν 28 χρονών. Ο Λούης δεν φεύγει, παρότι τα πόδια του λυγίζουν από το βάρος της μνημόνευσης. Θα χαιρετήσει πρώτα «το γελαστό παιδί», το Γιάννη Λυκομήτρο, 17 ετών, «εκτελεσθείς υπό των Γερμανών». Και οι ριπές συνεχίστηκαν τα επόμενα χρόνια από εκτελεστικά αποσπάσματα που μάθαιναν όλο και περισσότερο να μεταλλάσουν τις κλασικές ένσφαιρες βολές, σε βολές σπίλωσης της μνήμης και σε ριπές αγένειας που έμελε να γίνει καθημερινός τρόπος ζωής. Όχι δεν ήταν ο Λούης ένας εικοσιοχτάχρονος νέος που εκτελέστηκε από τους Γερμανούς γιατί αγωνιζόταν για την ελευθερία της πατρίδας του. Απλώς, εκτελέστηκε ο υιός του μεγαλοεπιχειρηματία Μιχαήλ Λάμπρου. Η δεύτερη εκτέλεση είναι περισσότερο σοκαριστική από την πρώτη.
Ο Λούης φαίνεται να πέφτει. Η συγκίνηση και η αγωνία τον κυριεύει. Αλλά οι όμορφες εικόνες αυτής της πόλης τον κάνουν να σηκωθεί και πάλι.
Οι εικόνες της πόλης, κι αυτό το μπαλκόνι! Αυτό το μπαλκόνι με τη θέα στο Μπούρτζι, τον Αργολικό κόλπο και τη Λάρισα απέναντι να στεφανώνει το Άργος! Ανοίγω μια παρένθεση για να πω πως στην διαδικτυακή σελίδα με τις παλιές φωτογραφίες του Ναυπλίου, εξαιρετικές δεν είναι μόνο οι φωτογραφίες αλλά και οι διάλογοι που τις συνοδεύουν μερικές φορές. Έτσι, το Σάββατο 5 Απριλίου, χθες δηλαδή, η κ. Αμαλία Ρούβαλη αναρτά μια φωτογραφία του σπιτιού της. Στην παρατήρηση θαυμασμού που γράφει ένας φίλος (Παν.Σκολαρίκος): «άνοιγες το παράθυρο και έβλεπες το Μπούρτζι», η Αμαλία απαντά : «Όλη η γειτονιά! Ο κ. Λούης, ο Μιχάλης, η Φουλιάννα….».
Αυτή τη θέα ο Γιώργος Ζέρβας την μετατρέπει σε ζωγραφικό πίνακα κυβίζοντάς τη στο τζαμιλίκι της μπαλκονόπορτας. Και μετά την ελευθερώνει ανοίγοντάς την και αφήνοντας τον εσωτερικό χώρο να ξεχυθεί στο μπλε και το γαλάζιο της θάλασσας και τ’ ουρανού, να σαγηνέψει τη ματιά, να συνεγείρει τις αισθήσεις με την ομορφιά που παρουσιάζεται και να χρωματίσει τη μικρή ιστορία του Λούη που είναι η μεγάλη ιστορία της πόλης.
Θα έλεγα πως μεγαλύτερη διαφήμιση της πόλης δεν θα μπορούσε να γίνει όσα εξειδικευμένα σποτάκια κι αν γυριστούν. Καθώς εδώ δεν απεικονίζονται απλά οι ομορφιές της αλλά η ίδια της η ψυχή! Γι’ αυτό και αξίζει η αμέριστη στήριξη στον δημιουργό.
Τελειώνοντας, θέλω να σημειώσω την απάντηση που δίνει ο Λούης στην ερώτηση για το τι θεωρεί ως το πιο σημαντικό στη ζωή. Απαντά λοιπόν: η αξιοπρέπεια. Θυμάμαι και πάλι τον ορισμό του ντοκιμαντέρ: διδακτικό φιλμ που παρουσιάζει αυθεντικά αρχεία. Αξιοπρέπεια ξαναλέει ο Λούης. Το πιο σημαντικό πράγμα στη ζωή. Ο χρόνος φαίνεται να τον φοβίζει αλλά αυτή τη φορά δεν πέφτει. Έχει σηκωθεί! Χαίρεται τη μουσική και το τραγούδι με τους «Πεμπτιανούς», μια όμορφη αναπλιώτικη παρέα που στόχο έχει να σε κρατάει ορθό, με το κεφάλι ψηλά, με το χαμόγελο, το φιλικό πείραγμα και το τραγούδι. Ο Λούης συνεχίζει την ιστορία του. Η Ιστορία της πόλης συνεχίζεται. Αφηγητής και σκηνοθέτης θέλησαν να την μοιραστούν μαζί μας.
Είδα το εξαιρετικό αυτό ντοκιμαντέρ ως θεατής, παρότι γνωρίζω τη δουλειά του Γιώργου Ζέρβα και τον έχω παρατηρήσει καθώς δουλεύει. Δέχτηκα να πω τα όσα είπα για να στηρίξω επίσης το δύσκολο έργο ενός εξαιρετικά ευαίσθητου δημιουργού και είναι απόλυτα σίγουρο πως με ακόμη μεγαλύτερη ευαισθησία θα στηρίξετε κι εσείς την προσπάθειά του. Επιτρέψτε μου ως ευχαριστία να μοιραστώ μαζί σας το ποίημα του Νίκου Καρούζου που μου έστειλε μια επίσης ευαίσθητη ψυχή αυτής της πόλης.
ΒΑΘΜΙΔΕΣ 3 – ΝΙΚΟΣ ΚΑΡΟΥΖΟΣ
Όλα κοστίζουν ένα παίξιμο.
Πάρε μαζί σου τον έρωτα κ’ εκείνα τα όνειρα
Έλα στην κάτω γειτονιά και πες : Κορώνα-Γράμματα
Εκεί που χάνεται η ψυχή να βυθιστείς
Θέλω ν’ ακούσεις το μεγάλο μυστικό
Για πάντα πέφτει ο καρπός απ’ το δέντρο.
Εντούτοις εκεί που χάνεται ο δρόμος
να τραβήξεις.
Ό,τι να σε καλέσει
Δεν είναι για επιστροφή
Τα δάκρυα κι ο πόνος κοφτερός
Είναι μεσ’ το παιχνίδι.
Όποιες φωνές ακούσεις μη σε παρασύρουν
Σφάξε τη μια την ομορφιά να πιει το αίμα η άλλη.
Κορόνα γράμματα να παίξεις
Τις ώρες και τα χρόνια
Μόνος με τον έρημο αντίπαλο
Γ. Κόνδης