Δευτέρα 25 Απριλίου 2011

Δευτέρα, 25 Απριλίου 2011

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Ο ΤΡΟΠΑΙΟΦΟΡΟΣ

 Χρόνια πολλά στους Γιώργηδες και στις Γιωργίες

Ο Άγιος Μεγαλομάρτυς Γεώργιος  ο Τροπαιοφόρος ανήκει στη χορεία των μεγαλομαρτύρων και είναι από τους λαοφιλεστέρους Αγίους της Εκκλησίας μας. Έζησε κατά τα τέλη του 3ου αιώνος μ.Χ. και τας αρχάς του 4ου επί της βασιλείας του Διοκλητιανού.
       Η εποχή του υπήρξε εποχή σκληρών διωγμών και εξοντωτικών κατά της Χριστιανικής Πίστεως. Ο Γεώργιος είχε μεγάλο αξίωμα. ήτο κόμης και διακρινόταν σ' όλες τις στρατιωτικές επιχειρήσεις για την γενναιότητά του και την ανδρεία του.
       Παρ' όλη τη δόξα όμως και τις τιμές δεν αρνήθηκε να θυσιάση τα πάντα και να ομολογήση με παρρησία ενώπιον του αυτοκράτορος και πολλών αρχόντων την χριστιανική του πίστιν. Υπέμεινε βασανιστήρια πολλά και φρικτά που στο τέλος τον ανέδειξαν Μεγαλομάρτυρα.
       Πολλά είναι τα θαύματα του Αγίου Γεωργίου. Όχι μόνον αυτά που αναφέρονται στο μικρό αυτό φυλλάδιο, αλλά και πολλά άλλα που πάντοτε και σήμερα εκτελεί σ' όσους προσφεύγουν με.... πίστη στις πρεσβείες του. Πολλοί ναοί τιμώνται επ' ονόματι του Αγίου Γεωργίου, δείγμα κι' αυτό της αγάπης του λαού προς τον Άγιον, και πολλοί φέρουν το όνομά του. Δείγμα τιμής από μέρους μας προς τον Άγιον, αγαπητέ αναγνώστα, είναι βέβαια και ο εορτασμός της μνήμης του και αι πανηγύρεις, αλλά πιο μεγάλο δείγμα τιμής είναι η μίμησις της αγίας ζωής του, γιατί «τιμή μάρτυρος» είναι η «μίμησις μάρτυρος». Μίμησις της ομολογίας, της μαρτυρικής, της αγίας ζωής του.

Ομολογητής ο κόμης Γεώργιος
       Ο Μεγαλομάρτυς Γεώργιος γεννήθηκε στην Καππαδοκία από ευσεβείς γονείς, και έμεινε ορφανός από πατέρα σε ηλικίαν δέκα ετών. Η μητέρα του τον έφερε μαζί της στην Παλαιστίνη όπου ήταν η Πατρίδα της και είχε και τα κτήματά της. Ο Γεώργιος καίτοι νεαρός κατατάχθηκε στο στρατό, όπου μάλιστα προήχθη σε μεγάλα αξιώματα, ώστε να παίρνη μέρος και στις συνελεύσεις των ανωτάτων αξιωματούχων του Κράτους. Ο Διοκλητιανός τον εκτιμούσε πολύ.
      
Από την εποχή του αυτοκράτορος Δεκίου μέχρι την εποχή που ανέλαβε τον θρόνον ο Διοκλητιανός, το 284 μ. Χ., η Χριστιανική Εκκλησία επειδή είχεν ειρήνη αυξήθηκε πάρα πολύ. Οι Χριστιανοί είχαν πάρει πολλές δημόσιες θέσεις, είχαν κτίσει πολλούς και μεγάλους ναούς, είχαν κτίσει σχολεία και είχαν οργανώσει και την διοίκηση και την διαχείρισι των εκκλησιών και της Φιλανθρωπίας.
      
Ο Διοκλητιανός όταν ανέλαβε τα καθήκοντά του εργάσθηκε στην αρχή για την οργάνωσι του αχανούς Κράτους του. Προσέλαβε στρατηγούς ως βοηθούς του και τους ωνόμασε αυτοκράτορας και Καίσαρας και αφού επέτυχε να υποτάξη τους εχθρούς του Κράτους του, και να σταθεροποιήση τα σύνορά του, στράφηκε στα εσωτερικά ζητήματα. Δυστυχώς στράφηκε εναντίον της Χριστιανικής θρησκείας για ν' ανορθώση την ειδωλολατρίαν και θεοποιήση την ιδέα του αυτοκράτορος. Γι΄ αυτό λοιπόν τον λόγον εκάλεσε τους βοηθούς του Καίσαρα το 303 μ. Χ. και τους στρατηγούς στην πρωτεύουσα του Ανατολικού Ρωμαϊκού Κράτους σε τρεις γενικές συγκεντρώσεις. Μεταξύ τους βρισκόταν και ο Γεώργιος που διακρίθηκε πολλές φορές στους πολέμους.
     
Συγκεντρώθηκαν λοιπόν όλοι, για να πάρουν αποφάσεις για την εξόντωσι και τον αφανισμό της χριστιανικής πίστεως. Πρώτος εμίλησε ο Διοκλητιανός και επέβαλε σ' όλους ν' αναλάβουν τον εξοντωτικό αγώνα εναντίον του Χριστιανισμού. Όλοι υποσχέθηκαν ότι θα καταβάλουν κάθε προσπάθεια, για να εξαλείψουν την Χριστιανική θρησκεία από το Ρωμαϊκό Κράτος. Τότε ο γενναίος Γεώργιος στάθηκε στον μέσον του συνεδρίου και είπε: Γιατί, βασιλεύ και άρχοντες, θέλετε να χύσετε αίμα δίκαιον και άγιον και να εξαναγκάσετε τους χριστιανούς να προσκυνούν και να λατρεύουν τα είδωλα; Και διεκήρυξε την αλήθεια της Χριστιανικής θρησκείας και την Θεότητα του Χριστού.
      
Μόλις ετελείωσε, συγχύσθηκαν όλοι με την ομολογία του αυτή, και προσπάθησαν να τον πείσουν να μετανοήση για όσα είπε για να καταπραϋνθή και ο Διοκλητιανός. Αλλά ο Γεώργιος ήταν σταθερός και με θάρρος διεκήρυττε την χριστιανικήν πίστιν του.
 
Στη φυλακή. Βασανιστήρια
        Ωργισμένος ο Διοκλητιανός διέταξη να τον κλείσουν στην φυλακή και να του περισφίξουν τα πόδια του στο ξύλο και πάνω στο στήθος του να του βάλουν μεγάλη και βαρειά πέτρα, αφού τον ξαπλώσουν ανάσκελα.
      
Το άλλο πρωί ο Διοκλητιανός διέταξε να του παρουσιάσουν τον Γεώργιον, για να τον ανακρίνη. Και πάλιν ο Γεώργιος έμεινε ακλόνητος στην ομολογία του, και παρ' όλες τις κολακείες και τις υποσχέσεις που του έδωσε ο αυτοκράτορας Διοκλητιανός, διεκήρυττε την πίστι του και μιλούσε για τους ουράνιους θησαυρούς. Τότε, αφού ωργίσθηκε ο Διοκλητιανός, διέταξε τους δημίους να δέσουν τον Άγιον σ' ένα μεγάλον τροχόν για να κομματιασθή το σώμα του. Μάλιστα ειρωνεύθηκε την ανδρεία του Αγ. και τον κάλεσε να προσκυνήση τα είδωλα. Ο Άγιος Γεώργιος ευχαρίστησε τον Θεόν που τον αξίωνε να δοκιμασθή και δέχθηκε με ευχαρίστησι να υποστή το φοβερό αυτό μαρτύριο, με το οποίον θα κομματιαζόταν σε μικρά και λεπτά κομμάτια ολόκληρο το σώμα του, επειδή γύρω - γύρω από τον τροχόν υπήρχαν μπηγμένα κοφτερά σίδερα, που έμοιαζαν με μαχαίρια. Πράγματι μόλις ο τροχός κινήθηκε, τα κοφτερά σίδερα άρχισαν να κόβουν το σώμα του. Τότε ακούσθηκε μια φωνή από τον ουρανόν που έλεγε: «Μη φοβάσαι Γεώργιε, γιατί εγώ είμαι μαζί σου» και αμέσως ένας άγγελος ελευθέρωσε τον άγιον, αφού τον έλυσε από τον τροχόν και θεράπευσε όλο το καταπληγωμένο σώμα του.
      
Ο Γεώργιος αφού απέκτησε το θαυμάσιο παράστημά του και με αγγελικήν όψι παρουσιάστηκε στο Διοκλητιανό που με άλλους είχε πάει να κάνη θυσία. Μόλις τον είδαν, έμειναν όλοι έκθαμβοι και απορημένοι. Μάλιστα μερικοί ισχυρίζοντο ότι είναι κάποιος που του μοιάζει, και άλλοι ότι είναι φάντασμα. Όπως εσχολίαζαν το γεγονός εμφανίσθηκαν μπροστά στο βασιλιά δύο από τους αξιωματικούς του, ο Πρωτολεών και ο Ανατόλιος με χίλιους στρατιώτες και ωμολόγησαν την πίστι τους στον Χριστό. Ο Διοκλητιανός θύμωσε τόσο που έγινε έξαλλος και διέταξε να τους σκοτώσουν, πράγμα που έγινε.
      
Έπειτα διέταξε να γεμίσουν αμέσως ένα λάκκον με ασβέστη και νερό και να ρίξουν μέσα τον Γεώργιον και να τον αφήσουν τρεις ημέρες και τρεις νύκτες, έτσι που να διαλυθούν και αυτά τα κόκκαλά του.
      
Οι δήμιοι πράγματι έρριξαν τον Άγιο στο ζεματιστό ασβέστη και έκλεισαν και το στόμιο του λάκκου. Ύστερα από τρεις ημέρες ο Διοκλητιανός έστειλε στρατιώτες ν' ανοίξουν τον λάκκο, οπότε βρήκαν τον Άγιον Γεώργιον όρθιον μέσα στον ασβέστη και προσευχόταν. Το γεγονός εντυπωσίασε και προκάλεσε θαυμασμό και ενθουσιασμό στο λαό που εφώναζε ότι «ο Θεός του Γεωργίου είναι Μεγάλος». Και ο Διοκλητιανός ζήτησε εξηγήσεις από τον Γεώργιον, πού έμαθε τις μαντικές τέχνες και πώς τις χρησιμοποιεί. Ο Γεώργιος τότε του απάντησε ότι ήταν τα γεγονότα αποτελέσματα της Θείας Χάριτος και Δυνάμεως και όχι έργα μαγείας και γοητείας.
      
Ο Διοκλητιανός ωργισμένος διέταξε να του φορέσουν πυρακτωμένα παπούτσια με σιδερένια καρφιά και να τον εξαναγκάζουν να περιπατή. Και ο άγιος προσευχόταν και περιπατούσε χωρίς να πάθη τίποτα. Πάλιν διέταξε να τον φυλακίσουν και σκέφθηκε να συγκαλέση τους άρχοντες, για να συσκεφθούν τι έπρεπε να κάμουν στον Γεώργιον. Και αφού τον έδειραν τόσον πολύ με μαστίγια και κατεπλήγωσαν ολόκληρο το σώμα του αγίου, τον παρουσίασαν στον Διοκλητιανό, ο οποίος έμεινε έκπληκτος βλέποντας τον Γεώργιον να λάμπη σαν Άγγελος. Σκέφθηκε λοιπόν, ότι αυτό το φαινόμενο γίνεται με τις μαγείες. Γι' αυτό κάλεσε τον μάγον Αθανάσιον, για να λύση τα μάγια του Γεωργίου.
 
Μένει αβλαβής απ' το δηλητήριον
       Ήλθε πράγματι ο μάγος Αθανάσιος και κρατούσε στα χέρια του δυο πήλινα αγγεία, στα οποία υπήρχε δηλητήριον. Μάλιστα στο πρώτον υπήρχε το δηλητήριον που αν το έπινε κανείς θα τρελαινόταν και στο δεύτερο, τέτοιο, ώστε πίνοντάς το να πεθάνη.
      
Πράγματι ωδήγησαν τον άγιο στο Διοκλητιανό και στον μάγο Αθανάσιον. Ο βασιλεύς διέταξε να του δώσουν να πιη το πρώτον δηλητήριον. Και ο άγιος χωρίς δισταγμό ήπιε το δηλητήριον του πρώτου δοχείου αφού προηγουμένως προσευχήθηκε λέγοντας «Κύριε Ιησού Χριστέ ο Θεός ημών, ο ειπών καν θανάσιμόν τε πίωσιν ου μη αυτούς βλάψη θαυμάστωσον νυν τα ελέη σου». Και δεν έπαθε τίποτα απολύτως.
      
Μόλις είδαν ότι δεν έπαθε τίποτα, ο βασιλεύς διέταξε να του δώση ο μάγος και το δεύτερον το θανάσιμον. Το ήπιε και αυτό χωρίς να πάθη το παραμικρό. Τότε όλοι έμειναν έκπληκτοι μόλις είδαν το θαύμα αυτό. Ο Διοκλητιανός εξακολουθούσε να επιμένη ότι για να μην πεθάνη ο Γεώργιος είχε δικά του μάγια. Ο μάγος Αθανάσιος που ήξερε πόσο δραστικά ήταν τα δηλητήρια που έδωσε στον Άγιο Γεώργιο αφού εγονάτισε μπροστά στον μάρτυρα ωμολόγησε την Πίστιν του στον Αληθινόν Θεόν. Τότε ο Διοκλητιανός διέταξε και εφόνευσαν τον Αθανάσιον αμέσως. Εκείνη την στιγμή έφθασε και η γυναίκα του Διοκλητιανού Αλεξάνδρα, η οποία ωμολόγησε την πίστιν της στον Αληθινόν Θεόν. Και ο σκληρός και άκαρδος Διοκλητιανός διέταξε να την φυλακίσουν και την επομένην να της κόψουν το κεφάλι. Η Αλεξάνδρα ενώ προσευχόταν στην φυλακή παρέδωσε την ψυχή της στα χέρια του Θεού.
 
Μαρτυρικόν τέλος του Μεγαλομάρτυρος
       Ο άγιος Γεώργιος κλείσθηκε στην φυλακή και την νύκτα είδε στο όνειρό του τον Χριστόν, ο οποίος του ανήγγειλε ότι θα πάρη τον στέφανον του μαρτυρίου και θα αξιωθή της αιωνίου ζωής. Σαν εξημέρωσε διατάχθηκαν οι στρατιώτες να παρουσιάσουν μπροστά του τον άγιον. Πράγματι ο Άγιος Γεώργιος εβάδιζε γεμάτος χαρά προς τον βασιλέα, επειδή προγνώριζε ότι έφθασε το τέλος του. Μόλις λοιπόν τον αντίκρυσε ο Διοκλητιανός του πρότεινε να πάνε στο ναό του Απόλλωνος για να θυσιάση στο είδωλόν του. Αφού μπήκε ο Γεώργιος στο ναό εσήκωσε το χέρι του και αφού έκανε το σημείο του σταυρού διέταξε το είδωλον να πέση. Αμέσως το είδωλον έπεσε και κομματιάσθηκε.
      
Ο ιερέας των ειδώλων και ο λαός τόσον πολύ εθύμωσαν που φώναζαν στον Βασιλέα να θανατώση τον Γεώργιον. Ο Διοκλητιανός εξέδωκε τότε διαταγήν, και ο δήμιος του απέκοψε την κεφαλήν.
 
Τα θαύματα του Αγίου μετά το μαρτύριον
 
1) Το θαύμα της μεταφοράς της κολώνας
       Μια γυναίκα αγόρασε μια κολώνα και δεν μπορούσε να τη στείλη στην Ρώμη που κτιζόταν εκεί μια εκκλησία του Αγίου Γεωργίου. Είδε λοιπόν στο όνειρό της τον Άγιον ο οποίος μαζί της εσήκωσε την κολώνα και την έρριξαν στη θάλασσα. Η κολώνα βρέθηκε στη Ρώμη με μια επιγραφή, να τεθή στο δεξί μέρος της εκκλησίας.

2) Σωτηρία του αιχμαλώτου στρατιώτου
       Στην Παφλαγονίαν του Πόντου τιμούσαν πολύ τον Άγιον και μάλιστα είχαν κτισθή προς τιμήν του πολλοί ναοί. Όλοι ετιμούσαν τον Άγιον τόσο ώστε κάθε οικογένεια να ονομάζη ένα από τα άρρενα παιδιά της Γεώργιον. Αυτό συνέβη και σε μια καλή και ευσεβή οικογένειαν. Εμεγάλωσε το παιδί της το οποίον ήταν φρόνιμο, ηθικό, συνετό και σε ηλικία είκοσι χρονών το κάλεσαν στον στρατόν. Στις μάχες που έγιναν εναντίον των βαρβάρων πολλοί χριστιανοί έπεσαν σε ενέδρα των βαρβάρων, μεταξύ των οποίων και ο νεαρός Γεώργιος, και άλλους κατέσφαξαν, άλλους εκράτησαν ως υπηρέτας και άλλους επώλησαν ως δούλους. Ο Γεώργιος έγινε υπηρέτης κάποιου αξιωματικού, ο οποίος τον εξετίμησε πολύ.
      
Οι γονείς του Γεωργίου για ένα ολόκληρο χρόνο επενθούσαν και έκλαιγαν απαρηγόρητοι για το χαμένο τους παιδί. Καθημερινά επήγαιναν στην εκκλησίαν και γονατιστοί παρακαλούσαν με θερμή πίστι τον θεόν να τους φανερώση τι απέγινε ο αγαπημένος τους υιός.
      
Και ο Γεώργιος από την εξορίαν του προσευχόταν στον Θεό να τον απαλλάξη από την σκλαβιά και να τον αξιώση να συναντηθή με τους αγαπημένους του γονείς. Επέρασε λοιπόν ένας χρόνος από τότε που εξαφανίσθηκε. Έφθασε μάλιστα και η γιορτή του Αγ. Γεωργίου, και οι γονείς που πάντα είχαν την ελπίδα ότι ο υιός τους ζη εκάλεσαν τους συγγενείς τους για δείπνον.
      
Ο αξιωματικός αφέντης του Γεωργίου εζήτησε πριν από τον δείπνον να του πλύνη τα πόδια και γι' αυτό ο Γεώργιος εζέσταινε νερό. Ολόκληρη την ημέρα ο Γεώργιος έκλαιγε και παρακαλούσε τον Άγ. Γεώργιον που γιόρταζε, να τον ελευθερώση και να τον οδηγήση κοντά στους γονείς του. Μόλις το νερό έβρασε και το έβαλε στην στάμνα και το ετοίμασε για τον κύριόν του, εμφανίσθηκε μπροστά του ο Άγ. Γεώργιος έφιππος σ' ένα άσπρο άλογο και ανέβασε τον νέον στο άλογο και αμέσως τον έφερε στο σπίτι του την ώρα που ευρίσκοντο όλοι οι καλεσμένοι στο τραπέζει. Έμειναν όλοι έκθαμβοι και όταν συνήλθαν ερωτούσαν τον Γεώργιον να τους πη πως βρέθηκε εκεί. Και εκείνος τους αφηγήθηκε το θαύμα με κάθε λεπτομέρεια. Και όλοι γεμάτοι χαρά, εδόξαζαν τον Θεόν και τον Μεγαλομάρτυρα Γεώργιον.
      
Υπάρχει και Βυζαντινή παράστασις του θαύματος αυτού, που έχει τον Άγιον στο άλογο και ένα νέον που κρατά την αργυράν στάμναν.

3) 
Το θαύμα της επιστροφής του υιού της χήρας
Ένα παρόμοιον θαύμα με το προηγούμενον είναι και αυτό με τον υιόν της χήρας.
       Εις την Μυτιλήνην ήλθαν πειρατές από την Κρήτην για να κλέψουν, λεηλατήσουν και αιχμαλωτίσουν όσον το δυνατόν περισσότερους ημπορούσαν. Εσκέφθησαν να κάνουν την επιδρομή τους την ημέρα της γιορτής του Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου που όλοι θα ευρίσκονταν στην εκκλησία συγκεντρωμένοι. Πράγματι οι κουρσάροι έκαναν την επίθεσίν τους και μεταξύ των αιχμαλωτισθέντων ήταν και ένας ωραιότατος νέος, ο υιός μιας πλουσίας χήρας.
      
Οι κουρσάροι τον εχάρισαν στον Αμμούν της Κρήτης ο οποίος τον έβαλε υπηρέτην της τραπέζης του.
      
Η μάνα του από τη στιγμή που χάθηκε ο γυιός της έκλαιγε και παρακαλούσε τον Θεόν και τον Άγ. Γεώργιον να της φανερώση το χαμένο της παιδί. Ο μεγαλομάρτυς Γεώργιος δεν εβράδυνε να εκπληρώση τον πόθον της πονεμένης εκείνης μάνας. Και ενώ ετοιμαζόταν ο νέος να προσφέρη στον Αμιράν κρασί, τον άρπαξε ο Άγ. Γεώργιος και τον μετέφερε στην μάνα του. Και οι δύο δεν επίστευαν στα μάτια τους για το συμβάν και όταν συνήλθαν εδόξαζαν τον Θεόν και τον Άγιον για τον παράξενον τρόπον της απελευθερώσεως.

4) Το θαύμα της ευεργεσίας του Αγίου προς το ευσεβές παιδί και η τιμωρία των ασεβών
       Στην Παφλαγονία υπήρχε ένας μεγάλος Ναός προς τιμήν του Αγίου Γεωργίου, και στην πλατεία του ναού τα παιδιά έπαιζαν διάφορα παιγνίδια. Ένα από τα παιδιά αυτά δεν μπορούσε να νικήση σε κανένα από τα πολλά αγωνίσματα γι' αυτό το ειρωνεύονταν και το περιγελούσαν. Τότε στράφηκε προς την εικόνα του Αγίου Γεωργίου και τον παρεκάλεσε να τον βοηθήση να νικήση και υποσχέθηκε ότι θα του πρόσφερε ένα σφουγγάτον, δηλαδή φαγητό από αυγά τηγανισμένα με κρεμμύδια και μυρωδικά.
      
Μόλις έκανε το τάξιμο άρχισε να παλαίη με άλλα παιδιά τα οποία και ενίκησε. Αμέσως επήγε στο σπίτι του μόνος του έφτειαξε το σφουγγάτον και το έβαλε μπροστά στην εικόνα του Αγίου. Ύστερα από λίγη ώρα έφθασαν εκεί τρεις νέοι για να προσκυνήσουν και μόλις είδαν το σφουγγάτον σκέφθηκαν να το φάνε. Και είπαν μεταξύ τους: «Ο Άγιος τί τα θέλει αυτά; Μήπως πρόκειται να τα φάη;». Εκάθισαν λοιπόν και έφαγαν το σφουγγάτον στα σκαλοπάτια της εκκλησίας. Όταν θέλησαν να φύγουν δεν ημπορούσαν να σηκωθούν, διότι είχαν κολλήσει στα μαρμάρινα σκαλοπάτια. Έκαμαν τότε φτηνά τάματα στον Άγιον για να ξεκολλήσουν αλλά τίποτα. Όταν έκαμαν ακριβό τάμα, ήτοι να δώση ο καθένας από ένα φλωρί, τότε μόνο μπόρεσαν να ξεκολλήσουν και ν' απελευθερωθούν. Μόλις λοιπόν βγήκαν από την εκκλησία και πήραν θάρρος, είπαν προς τον Άγιον: «Άγιε Γεώργιε, τα σφουγγάτα σου τα πωλείς ακριβά και γι' αυτό και εμείς τίποτα πια δεν θα αγοράσουμε από σένα».

5) Θαύμα του Μεγαλομάρτυρος στον Σαρακηνόν
       Κάποιος Σαρακηνός ταξειδιώτης, (ανεψιός του βασιλιά της Συρίας), σαν είδε την θαυμάσια εκκλησία του Αγ. Γεωργίου διέταξε τους υπηρέτες του να μεταφέρουν τις αποσκευές τους και να τις βάλουν στο νάρθηκα της εκκλησίας επειδή θα διέμεναν εκεί για να ξεκουραστούν και ύστερα θα συνέχιζαν το δρόμο τους. Όμως απήτησε να βάλουν και τας δώδεκα καμήλους μέσα στην εκκλησία. Οι ιερείς της εκκλησίας τον παρεκάλεσαν να μη βεβηλώση την εκκλησία τους. Αλλ' αυτός επέμενε και ανέβηκε σ' ένα ψηλό σημείο του ναού για να τις βλέπη και να τις παρακολουθή. Όταν τις ωδήγησαν λοιπόν στην εκκλησία αμέσως απέθαναν όλες. Και τότε το θαύμα διαδόθηκε και αποδόθηκε στον Άγιον Γεώργιον. Και ο Σαρακηνός εντυπωσιάσθηκε και ζήτησε να τις βγάλουν έξω και να τις θάψουν. Έμεινε στην εκκλησία μέχρι που ήλθε το πρωί ο ιερεύς για να λειτουργήση. Παρακολούθησε τότε ο Σαρακηνός τις κινήσεις του ιερέα και κατά την ώρα της μετουσιώσεως των Τιμίων Δώρων, είδεν, ότι ο ιερεύς αφού επήρε στα χέρια του ένα μικρό παιδί το έσφαξε, και το αίμα του χύθηκε στο άγιο Ποτήριον, και το σώμα του αφού το έκοψε σε μικρά τεμάχια το έβαλε στον ιερό δίσκο. Όταν ετελείωσε το Κοινωνικόν και είδε ο Σαρακηνός τον ιερέα να μεταδίδη στο λαό τις σάρκες και το αίμα του παιδιού, εθύμωσε πολύ. Ύστερα από αυτήν την οπτασία ο Σαρακηνός εζήτησε να μάθη λεπτομέρειες και να πάρη εξηγήσεις για τα όσα συνέβηκαν. Και ο ιερέας του εξήγησε σχετικά με την θείαν Ευχαριστίαν και ακόμη του είπε, ότι αξιώθηκε να δη ένα όραμα που μόνον οι Μεγάλοι Πατέρες είδαν. Εγώ, του λέει ο ιερέας, δεν αξιώθηκα ποτέ να δω το φρικτό αυτό Μυστήριον και βλέπω μόνον άρτον και οίνον. Εξήγησε κατόπιν στον άρχοντα Σαρακηνόν το θαυμαστό Μυστήριον. Τότε ο Σαρακηνός θέλησε να βαπτισθή, γιατί πλέον είχε πιστέψει ότι η χριστιανική πίστις ήταν η πιο σωστή και αληθινή. Ο ιερέας τότε του είπε να πάη στα Ιεροσόλυμα να βαπτισθή, γιατί όταν θα το επληροφορείτο ο θείος του Σαρακηνού, που ήταν βασιλιάς της Συρίας, θα τον εσκότωνε, θ' άρχιζε φοβερό διωγμό εναντίον των Χριστιανών και θα κατέστρεφε και όλες τις εκκλησίες. Έτσι λοιπόν ο Σαρακηνός επήγε στην Ιερουσαλήμ όπου υπήρχε άλλος ηγεμόνας και εβαπτίσθη από τον Πατριάρχην. Ύστερα μάλιστα από λίγες ημέρες συμβουλεύθηκε τον Πατριάρχη τι έπρεπε να κάνη για να σωθή. Τότε ο Πατριάρχης τον συνεβούλεψε να γίνη Μοναχός στο όρος Σινά. Πράγματι επήγε στο Σινά και έγινε Μοναχός.
      
Υστερα από τρία χρόνια επήρε άδεια από τον Ηγούμενόν του και έφυγε για να συναντήση τον ιερέα του Αγ. Γεωργίου που τον είχε συμβουλεύσει να βαπτισθή. Όταν έφθασε εκεί, ο ιερέας δεν τον ανεγνώρισεν. Αφού του απεκάλυψε ποίος ήταν του εξέφρασε την επιθυμίαν και τον πόθον να ιδή τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν. Ο ιερέας τότε εδόξασε τον Θεόν και του είπε: «Πήγαινε τέκνον μου στο θείο σου Αμιράν και ωμολόγησε την πίστιν σου τόσον σ' αυτόν όσον και σ' όλους τους Σαρακηνούς». O Μοναχός όταν άκουσε τα λόγια του θεοσεβούς ιερέως εσυγκινήθη και εξεκίνησε αμέσως να πάη στην πόλιν, όπου ο θείος του ήταν Άρχοντας. Όταν έφθασε λοιπόν εκεί περίμενε να νυκτώση και ανέβηκε στον μιναρέ του τζαμιού και άρχισε να φωνάζει: «Τρέξετε εδώ, Σαρακηνοί, διότι έχω να σας πω ένα λόγο». Τότε οι Σαρακηνοί έτρεξαν με λαμπάδες και όταν είδαν τον Μοναχόν ερώτησαν τι είχε να τους πη. Ο Μοναχός τους είπε: «Με ερωτάτε τι έχω να σας πω; Λοιπόν σας ερωτώ: Πού είναι ο ανεψιός του Αμιρά που έφυγε κρυφά;» Εκείνοι του απήντησαν: «Αν μας πης που ευρίσκεται θα σου δώσουμε όσα λεπτά θέλεις». Ο Μοναχός τους είπε: «Οδηγήστε με στον Αμιράν για να σας το πω».
      
Αφού άρπαξαν λοιπόν τον Μοναχόν με μεγάλη χαρά τον ωδήγησαν στον Αμιράν λέγοντες: «Αυτός ο Μοναχός γνωρίζει που είναι ο ανεψιός σου». Ο Αμιράς τότε ρώτησε αν στα αλήθεια ξέρη που ευρίσκεται. Και εκείνος του απεκρίθη: «Ναι, τον ξέρω. Εγώ ο ίδιος είμαι. Όμως τώρα είμαι Χριστιανός και πιστεύω στον Πατέρα, τον Υιόν και το Άγ. Πνεύμα, την μία Θεότητα και ομολογώ ότι ο Υιός του Θεού εσαρκώθη εκ της Αειπαρθένου Μαρίας και έκαμε στο κόσμο μεγάλα και θαυμάσια και εσταυρώθη και τη Τρίτη ημέρα ανέστη και ανελήφθη στους ουρανούς και εκάθησε εν δεξιά του Θεού και Πατρός και μέλλει να έλθη να κρίνη ζώντας και νεκρούς». Μόλις ήκουσε αυτό ο θείος του ο Αμιράς εξεπλάγη και του είπε: «Τι έπαθες ταλαίπωρέ μου να αφήσης το σπίτι σου, τα πλούτη σου, την δόξαν σου και να περπατής έτσι περιφρονημένος σαν ζητιάνος; Επίστρεψε λοιπόν στη θρησκεία σου και παραδέξου ως προφήτην σου τον Μωάμεθ για να γυρίσης πάλιν στην πρώτην σου κατάστασι». Ο Μοναχός τότε του είπε: «Όσα καλά είχα όταν ήμουν Σαρακηνός, ήταν μερίδα του διαβόλου. Αυτό το τρίχινον ένδυμα που φορώ τώρα είναι τα καύχημα και ο πλούτος μου και κυρίως ο αρραβών της δόξης που πρόκειται ν' απολαύσω για την αληθινήν πίστιν του Χριστού μου. Τον Μωάμεθ που σας επλάνεψε, καθώς και την θρησκείαν του, αναθεματίζω και αποστρέφομαι εντελώς».
      
Όταν ήκουσε αυτά ο Αμιράς είπε προς τους παρευρισκομένους Σαρακηνούς ότι ο ανεψιός του έχασε τα λογικά του και να τον διώξουν. Αυτό βέβαια το έκανε για να τον γλυτώση από το νόμο που προέβλεπε για τους υβριστές της θρησκείας θανατική ποινή. Εκείνοι μόλις ήκουσαν τον Αμιράν είπαν: «Αφήνεις ελεύθερον αυτόν που ύβρισε τον προφήτην και την θρησκείαν μας; Ας αρνηθούμε και εμείς λοιπόν την θρησκείαν μας και ας γίνωμε Χριστιανοί». Ο Αμιράς επειδή εφοβήθη τον όχλον μήπως εξαγριωθή περισσότερον, έδωκε την άδεια να τον κάνουν ό,τι θέλουν. Εκείνοι τον άρπαξαν ενώ έτριζαν τα δόντια τους με λύσσα και αφού τον ωδήγησαν έξω από την πόλιν, τον ελιθοβόλησαν ενώ εκείνος προσευχόταν και ευχαριστούσε τον Θεόν, γιατί τον ηξίωνε να μαρτυρήση για το όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Αυτό ήταν το τέλος του θαρραλέου ομολογητού Μοναχού ο οποίος εστεφανώθη με τον στέφανον του Μαρτυρίου.
      
Κάθε νύκτα πάνω από τον σωρό των πετρών φαινόταν ένα άστρον λαμπρόν και εφώτιζε τον τόπον εκείνον. Οι Σαρακηνοί μάλιστα εθαύμαζαν για το γεγονός. Ύστερα από αρκετό καιρό ο Αμιράς έδωκε άδεια στους Χριστιανούς να βγάλουν το άγιο λείψανον του Μάρτυρος από τις πέτρες για να το ενταφιάσουν. Όταν λοιπόν εσήκωσαν τις πέτρες βρήκαν το λείψανον σώον και αβλαβές και ανέδιδε ευωδίαν. Αφού το προσκύνησαν με ευλάβεια το ενεταφίασαν με ύμνους και ψαλμωδίες δοξάζοντες τον Κύριον.

6) 
Το θαύμα του δράκοντος
       Στην Ανατολική επαρχία της Ατταλείας και στην πόλι Αλαγία εβασίλευε κάποιος Σέλβιος που ήταν πολύ χριστιανομάχος. Είχε βασανίσει πολλούς χριστιανούς για ν' αρνηθούν την πίστι τους και έπειτα τους εφόνευε.
      
Κοντά στην πόλι υπήρχε ένας δράκοντας φοβερός που καθημερινά άρπαζε ανθρώπους ή ζώα και τα κατέτρωγε. Οι κάτοικοι είχαν πανικοβληθή και απέφευγαν να περνούν απ' εκεί. Κάποτε ο βασιλιάς συνεκέντρωσε τον στρατό του και πήγαν για να σκοτώσουν το άγριο θηρίο. Όμως τίποτα δεν επέτυχαν και επέστρεψαν άπρακτοι.
      
Όταν είδαν οι κάτοικοι ότι ο βασιλιάς απέτυχε να σκοτώση τον δράκοντα, πήγαν να τον ερωτήσουν γιατί δεν μπόρεσε να βρη τρόπους να εξοντώση το φοβερό θηρίον. Τότε ο βασιλιάς ύστερα από συμβουλήν που του έδωσαν οι ιερείς των ειδώλων, είπε προς το πλήθος: «Γνωρίζετε ότι επιχειρήσαμε αρκετές φορές να φονεύσωμε το θηρίον και δεν το κατορθώσαμε, γιατί έτσι ήταν το θέλημα των θεών. Τώρα λοιπόν κατά την εντολή τους θα πρέπει ο καθένας μας να στέλνη το παιδί του για να το τρώγη ο δράκοντας. Ακόμα και εγώ θα στείλω την μοναδική μου κόρη, όταν θα έλθη η σειρά της». Έτσι λοιπόν ο λαός υπήκουσε στη διαταγή του βασιλιά γιατί δεν ημπορούσε να κάνη και διαφορετικά. Έστελναν λοιπόν τα παιδιά τους με δάκρυα και με θρήνους για να καταβροχθίζωνται από το θηρίον.
      
Όταν ήλθε και η σειρά της κόρης του βασιλιά ξετυλίχθηκαν τραγικές σκηνές. Ο βασιλιάς κτυπούσε το στήθος του, το πρόσωπόν του, τραβούσε τα γένεια του και με λυγμούς έλεγε: «Αλλοίμονον σε μένα τον ταλαίπωρον! Τι να πρωτοκλάψω γλυκύτατόν μου παιδί; Τον χωρισμόν μας ή τον ξαφνικόν σου θάνατον που πρόκειται να ίδω σε λίγο; Τι να πρωτοθρηνήσω, αγαπημένο μου παιδί, το κάλλος σου ή τον τρόμον που σε λίγο θα νοιώσης καθώς θα σε κατασπαράζη το άγριο θηρίο; Αλλοίμονον, κόρη μου, που έλαμπες σαν πολύφωτη λαμπάδα στο παλάτι μου και επερίμενα την ώραν που θα εώρταζα τους χαρούμενους γάμους σου. Πού θα βρω πια παρηγοριά και πώς θα ζήσω μακρυά σου; Τι τη θέλω την ζωή και τα παλάτια χωρίς εσένα;» Αυτά έλεγε ο απαρηγόρητος βασιλιάς. Έπειτα γύρισε προς το πλήθος και είπε: «Αγαπητοί μου φίλοι και άρχοντες, σας ζητώ να με ελεήσετε και να με συμπονέσετε. Σας προσφέρω πλούτη όσα θέλετε, και ακόμη την βασιλείαν μου, αλλά να μου κάνετε μίαν χάρι. Να μου χαρίσετε το αγαπημένο και μονάκριβο παιδί, αλλοιώς αφήστε με κι εμένα να πάω μαζί της». Κανένας όμως δεν συγκινήθηκε από τα λόγια του βασιλιά γιατί αυτός ήταν που εξέδωσε διαταγή, για να βρίσκουν τα παιδιά τους τέτοιο οικτρό τέλος. Έτσι με μια φωνή όλοι του είπαν ότι έπρεπε να εφαρμοσθή και στο παιδί του η διαταγή του.
      
Μη μπορώντας να κάνη διαφορετικά ο βασιλιάς την συνώδευσε μέχρι την πύλη της πόλεως. Αφού την αγκάλιασε και την κατεφίλησε κλαίοντας την παρέδωσε στους ανθρώπους για να την οδηγήσουν κοντά στην λίμνη. Πράγματι οι άνθρωποι την άφησαν εκεί και έφυγαν. Ο λαός έβλεπε μέσα από τα τείχη την κόρη που καθόταν κοντά στη λίμνη και επερίμενε να έλθη το θηρίον για να την κατασπαράξη.
      
Εκείνον τον καιρό ο Μέγας Γεώργιος, που δεν είχε ακόμη ομολογήσει την Χριστιανικήν του πίστιν, ήτο κόμης και αρχηγός στρατιωτικής μονάδος στο στράτευμα του Διοκλητιανού. Επέστρεφε μάλιστα στην Καππαδοκία από ένα πόλεμον που συνεξεστράτευσε με τον Διοκλητιανόν. Κατ' οικονομίαν Θεού επέρασε και από την λίμνην και όταν είδε το νερό θέλησε να ποτίση τον ίππον του και να ξεκουρασθή και ο ίδιος. Όταν είδε την κόρη να κλαίη ασταμάτητα και να διακατέχεται από αγωνία και τρόμον την επλησίασε και την ερώτησε γιατί έκλαιγε και ακόμη ποιος ήταν ο λόγος που την παρακολουθούσε ο λαός μέσα από τα τείχη. Η κόρη του είπε ότι αδυνατούσε να του διηγηθή τα όσα συνέβησαν και τα όσα επρόκειτο να συμβούν και τον παρεκάλεσε να ιππεύση τον ίππον του και να φύγη όσον πιο σύντομα ημπορούσε, γιατί κινδύνευε να χάση την ζωή του και ήταν τόσο νέος και ωραίος». Ο Άγιος επέμενε να μάθη τι της συνέβη. Και αυτή του είπε: «Είναι μακρά η αφήγησις, κύριέ μου, και δεν μπορώ να σου διηγηθώ τα καθέκαστα αυτήν την ώρα. Μόνον σου λέγω και σε παρακαλώ να φύγης τώρα αμέσως για να μην θανατωθής μαζί μου άδικα». Και ο άγιος της είπε: «Πες μου την αλήθεια, γιατί κάθεσαι εδώ και ορκίζομαι στον Θεό που πιστεύω εγώ, ότι δεν θα σε αφήσω μόνη, αλλά θα σε ελευθερώσω από τον θάνατον. αλλοιώς θ' αποθάνω μαζί σου».
      
Τότε η κόρη εστέναξε πικρώς και διηγήθη στον άγιον τα όσα συνέβησαν. Αφού άκουσε ο άγιος τα γεγονότα ερώτησε την κόρην: «Ο πατέρας σου και η μητέρα σου και ο λαός σε ποιόν θεόν πιστεύουν;» Και εκείνη απεκρίθη: «Πιστεύουν στον Ηρακλή και στην μεγάλη θεάν Άρτεμιν». Ο Άγιος τότε της είπε: «Από σήμερα να μη φοβάσαι ούτε και να κλαις. Μόνον πίστεψε στον Χριστόν που πιστεύω εγώ και θα δης την δύναμιν του Θεού μου». Η βασιλοπούλα απήντησε στον άγιον: Πιστεύω, κύριέ μου, μ' όλη μου την ψυχή και μ' όλη μου την καρδιά». Ο άγιος συνέχισε: «Έχε θάρρος στο θεό που εδημιούργησε τον ουρανό και την γην και την θάλασσα διότι ο Χριστός πρόκειται να καταργήση την δύναμιν του θηρίου και θα ελευθερωθούν και ακόμη θα διώξουν το φόβο του θηρίου όλοι οι κάτοικοι του τόπου αυτού. Μείνε λοιπόν εδώ και μόλις ιδής το θηρίον να έρχεται, φώναξέ με».
      
Τότε ο Άγιος έκλινε τα γόνατά του στη γη και αφού ύψωσε τα χέρια του προς τον ουρανό προσευχήθηκε λέγοντας: «Ο Θεός ο Μέγας και Δυνατός, ο καθήμενος επί των Χερουβίμ και επιβλέπων αβύσσους, ο ων ευλογητός και διαμένων εις τους αιώνας, Συ γνωρίζεις τας καρδίας ότι είναι μάταιες. Συ, Φιλάνθρωπε Δέσποτα, ο των προαιωνίων θαυμασίων Θεός, τον οποίον ούτε έννοια ημπορεί να συλλάβη ούτε λόγος να ερμηνεύση επίβλεψον και τώρα επ' εμέ τον ταπεινόν και φανέρωσέ μου τα ελέη σου. Υπόταξε υπό τους πόδας μου το πονηρόν αυτό θηρίον, για να γνωρίσουν όλοι ότι υπάρχεις μαζί μου και είσαι Συ ο μόνος θεός και εκτός από εσένα άλλος δεν υπάρχει». Τότε ηκούσθη φωνή από τον ουρανόν η οποία έλεγε: «Εισηκούσθη η δέησίς σου, Γεώργιε, και κάνε όπως θέλεις, διότι εγώ θάμαι πάντοτε μαζί σου». Μόλις ετελείωσε την προσευχή ο Άγιος εφάνη το άγριο θηρίον. Όταν το είδε η κόρη εφώναξε: «Αλλοίμονόν μου, κύριέ μου. Έρχεται το θηρίο για να με κατασπαράξη».
      
Τότε ο Άγιος έτρεξε για να συναντήση το θηρίον. Ήτο το θηρίον φοβερόν. Έβγαζε από τα μάτια του φωτιά και ήταν τόσο εξαγριωμένο και απαίσιον ώστε παρουσίαζε ένα θέαμα φοβερόν. Αμέσως ο Άγιος έκαμε το σημείον του Τιμίου Σταυρού και είπε: «Κύριε ο Θεός μου, ημέρεψε για χάρι μου, που είμαι δούλος σου, το θηρίο αυτό για να πιστέψη ο λαός στο όνομά Σου το Άγιον». Έτσι και έγινε. Ο φοβερός δράκοντας με τα μεγάλα δόντια έπεσε στα πόδια του ίππου του αγίου και ενώ κυλιόταν, εβρυχάτο. Μόλις η βασιλοπούλα είδε το θέαμα αυτό ένοιωσε μεγάλη χαράν. Και ο Άγιος της είπε: «Βγάλε την ζώνη σου και δέσε μ' αυτήν τον δράκοντα από τον λαιμόν». Αμέσως τότε η κόρη άφοβα έβγαλε την ζώνην της και έδεσε τον δράκοντα, και ευχαριστούσε τον Άγιον που την εγλύτωσε από τον βέβαιον θάνατον. Ο Άγιος αφού ανέβηκε στο άλογό του είπε προς την βασιλοπούλα: «Σύρε τον δράκοντα με την ζώνη σου μέχρι την πόλι».
      
Όταν είδαν οι κάτοικοι το παράξενον συμβάν ότι δηλαδή μια κόρη σύρει τον δράκοντα δεμένον, ετράπησαν σε φυγήν. Ο Άγιος Γεώργιος τους εφώναξε: «Μη φοβείσθε, σταθήτε και θα δήτε την δόξαν του Θεού και την σωτηρία σας». Τότε εσταμάτησαν όλοι απορημένοι και επερίμεναν να δουν τι θα τους δείξη. Τους προέτρεψε λοιπόν να πιστέψουν στον Αληθινόν Θεόν και αυτοί δέχτηκαν με χαρά. Αφού εσήκωσε το χέρι του εκτύπησε με το ακόντιον τον δράκοντα και το φοβερό τέρας εσκοτώθη. Έπειτα αφού επήρε από το χέρι την βασιλοπούλα την παρέδωσε στον βασιλιά. Όλοι ένοιωσαν μεγάλη και ανέκφραστη χαρά και αφού εγονάτισαν, καταφιλούσαν τα πόδια του Αγίου και ευχαριστούσαν τον Πανάγαθον Θεόν, διότι τους ελευθέρωσε από το θηρίο κι έτσι σταμάτησε η θυσία των παιδιών τους.
      
Ο Άγιος Γεώργιος εκάλεσε από κάποια πόλι της Αντιοχείας τον Επίσκοπον Αλέξανδρον και εβάπτισε τον βασιλιά και τους άρχοντας και ολόκληρο τον λαόν. Μέσα σε δεκαπέντε μέρες εβάπτισε σαρανταπέντε χιλιάδες.
      
Αφού λοιπόν εβαπτίσθηκαν όλοι και έγινε μεγάλη χαρά στη γη και στον ουρανόν έκτισαν και μια μεγάλη εκκλησία επ' ονόματι του τρισυποστάτου Θεού. Ο Άγιος επήγε να την ιδή. Μόλις μπήκε στο Άγ. Βήμα και προσευχήθηκε εβγήκε πηγή αγιάσματος και σκορπίσθηκε ευωδία στο Ναό. Η πηγή αυτή σώζεται μέχρι σήμερα.

Ο Διάβολος του στήνει ενέδρα

      
Ο Άγιος αφού απεχαιρέτησε τον βασιλέα και τον λαόν έφυγε για την πατρίδα του Καππαδοκία. Στο δρόμο του τον συνάντησε ο διάβολος μετασχηματισμένος σε μορφή ανθρώπου. Εκρατούσε και δύο ραβδιά πάνω στα οποία στηριζόταν σαν γέρος. Φαινόταν μάλιστα σαν νικημένος και καταφρονημένος στρατιώτης. Είπε λοιπόν με ταπείνωσιν προς τον Άγιον: «Χαίρε Γεώργιε». Ο Άγιος αμέσως αντελήφθη ότι επρόκειτο περί διαβόλου και του είπε: «Ποιος είσαι και πως με ξέρεις; Εάν δεν ήσουνα πονηρός διάβολος δεν θα ημπορούσες να με ξέρης, εφ' όσον ποτέ δεν μ' έχεις ξαναδεί». Ο διάβολος είπε: «Πώς τολμάς να υβρίζης τους Αγγέλους του Θεού και ρωτάς ποιος είμαι εγώ; Μάθε να μιλάς καλά». Ο Άγιος τότε απεκρίθη: «Αν είναι έτσι όπως μου τα λες και είσαι Άγγελος ακολούθησέ με. Αν όμως είσαι πνεύμα πονηρόν να μην μετακινηθής από τη θέση σου». Μόλις ετελείωσε τον λόγο του αυτό ο Άγιος, ο διάβολος βρέθηκε δεμένος και εφώναξε δυνατά: «Αλλοίμονόν μου! Τι κακή ώρα ήταν αυτή που σε συνάντησα! Τι κακόν έπαθα να πέσω στα χέρια σου ο ταλαίπωρος!».
      
Ο Άγιος βεβαιώθηκε ότι ήταν πνεύμα πονηρόν και του είπε: «Σε ορκίζω στο Θεό, να μου πης τι επρόκειτο να μου κάνης». Και ο δαίμονας είπε: «Εγώ, Γεώργιε, είμαι από το δεύτερον τάγμα του σατανά και όταν ο Θεός έκαμε τον ουρανόν και διεχώριζε την γην από τα ύδατα ήμουνα παρών. Εγώ έκαμα φοβερές βροντές και αστραπές, εγώ έδεσα κεφαλές και τώρα εξ αιτίας της υπερηφάνειάς μου κατάντησα κάτω στον Άδη και έγινα δαίμονας.  Αλλοίμονόν μου, Γεώργιε, γιατί ζήλεψα την χάριν που σου δόθηκε και ήλθα να σε παραπλανήσω να με προσκυνήσης. Αλλά επλανήθηκα και απατήθηκα. Αλλοίμονόν μου τι κακόν εζήτησα να πάθω και δεν ημπορώ να λυθώ! Σε παρακαλώ, Γεώργιε, ενθυμήσου την προηγούμενή μου ευτυχία και μην με αφήσης να επιστρέψω στην άβυσσον γιατί σου τα είπα όλα». Τότε ο Άγιος αφού ύψωσε τα χέρια στον ουρανόν είπε: «Σ' ευχαριστώ, Κύριέ μου, διότι μου παρέδωκες στα χέρια μου τον πονηρόν δαίμονα, ο οποίος πρόκειται να σταλή σε σκοτεινόν τόπον για να τιμωρήται αιώνια». Μόλις είπε αυτά ο Άγιος επετίμησε και απέλυσε το πονηρόν πνεύμα.
      
Έκτοτε ο Άγιος προεγνώρισεν ότι είναι θέλημα Θεού να μαρτυρήση για την αγάπη του Χριστού. Έτσι επήγε στον Διοκλητιανόν όπου με θάρρος διεκήρυξε την πίστιν του και εμαρτύρησε δίνοντας το αίμα του για την αγάπη του Χριστού.
 
Περί των θαυματουργών εικόνων του Αγίου Γεωργίου εν τη Ιερά Μονή του Ζωγράφου εν Αγίω Όρει ευρισκομένων
α) Περί της εκ της Μονής Φανουήλ θαυμασίως μεταφερθείσης
       Επί της βασιλείας του Λέοντος Σοφού (886-912) ήσαν τρεις γνήσιοι αδελφοί, Μωϋσής, Ααρών και Βασίλειος και η καταγωγή τους ήταν από την μεγαλούπολι Λιγχίδα η οποία μετωνομάσθηκε αργότερα σε Όχριδα. Αυτοί λοιπόν απεφάσισαν να εγκαταλείψουν τον κόσμον, τον πλούτον, την δόξαν και να πάρουν το Αγγελικό Σχήμα. Έφθασαν στο Άγιον Όρος και αφού βρήκαν ήσυχον τόπον κατεσκεύασαν τρεις σκηνές όπου έμειναν γι' αρκετό διάστημα και συνηντώντο μόνο την Κυριακήν. Διεδόθη λοιπόν η φήμη της αρετής τους και γι' αυτό  πολλοί προσήρχοντο κοντά τους και δεν έφευγαν.
      
Βρήκαν και ένα χώρο όπου έκτισαν Μοναστήρι. Αφού έκτισαν και τον Ναόν εσκέπτοντο πώς να τον ονομάσουν. Άλλοι έλεγαν να τον αφιερώσουν στον Άγιο Νικόλαο, άλλοι στον Άγιο Κλήμεντα Αρχιεπίσκοπον Αχρίδος που ήταν και συμπατριώτης τους και ο καθένας λοιπόν ήθελε να δώση στο ναό το όνομα του Αγίου που έτρεφε μεγαλυτέραν ευλάβειαν. Επειδή λοιπόν δεν συμφωνούσαν απεφάσισαν να προσφύγουν δια της προσευχής στο Θεό και να δεηθούν ώστε Αυτός να αποφασίση και διατάξη σε ποιόν από τους Αγίους Του θα αφιερώσουν τον Ναόν και ποια εικόνα θα ζωγραφίσουν στην σανίδα που ετοίμασαν. Προσευχήθηκαν λοιπόν και οι τρεις ο καθένας στο ησυχαστήριό του. Κατά την διάρκεια που προσηύχοντο διεχύθη από τον νεόκτιστον Ναόν ένα ασυνήθιστον φως λαμπρότερον από τις ακτίνες του ηλίου γύρω από τα κελλιά των μοναχών. Οι μοναχοί κατελήφθησαν από φόβον και απορία και έμειναν προσευχόμενοι ολόκληρη την νύκτα.
      
Την επομένη το πρωί όταν κατέβηκαν οι μοναχοί στην Εκκλησίαν είδαν με θαυμασμό ότι στη σανίδα που ετοίμασαν να ζωγραφίσουν, εζωγραφήθη η εικόνα του Αγ. Μεγαλομάρτυρος και Τροπαιοφόρου Γεωργίου. Απ' αυτήν μάλιστα έβγαινε η λάμψις που εφώτιζε τα ταπεινά ησυχαστήρια. Έτσι λοιπόν αφιερώθη η εκκλησία στον Άγιο Γεώργιον και η Μονή ωνομάσθη του Ζωγράφου.
      
Η θαυματουργική εικόνα υπήρχε στην Μονή του Φανουήλ που βρίσκεται στη Συρία κοντά στη Λύδδα. Κατά την μαρτυρία του Καθηγουμένου της Μονής Φανουήλ, Ευστρατίου, όταν κάποτε ο Θεός ηθέλησε και δικαίως, να τιμωρήση την Συρία και να την παραδώση στους Σαρακηνούς, η ζωγραφιά της εικόνος ξαφνικά απεχωρίσθη από την σανίδα και αφού ανυψώθη κρύφτηκε σε άγνωστον μέρος. Οι μοναχοί τότε επειδή εφοβήθηκαν και ελυπήθηκαν από το θαύμα, αφού εγονάτισαν προσηύχοντο στο Θεό θερμά και με δάκρυα και τον παρακαλούσαν να τους αποκαλύψη που εκρύβη το πρόσωπον του Αγ. Μεγαλομάρτυρος και Τροπαιοφόρου Γεωργίου. Ο Πανάγαθος Θεός άκουσε την δέησιν των Μοναχών γι΄αυτό και παρουσιάσθηκε στον Καθηγούμενον Ευστράτιον ο Άγ. Γεώργιος, ο οποίος του είπε: «Μη λυπείσθε για μένα. Εγώ βρήκα για τον εαυτόν μου Μονήν της Παναγίας στον Άθω. Εάν θέλετε σπεύσετε και σεις προς τα εκεί γιατί η οργή του Κυρίου είναι έτοιμη να πέση στην διεφθαρμένη Παλαιστίνη και σχεδόν σ' όλη την οικουμένη εξ αιτίας των αμαρτιών των Χριστιανών».
      
Αφού συνεκέντρωσε όλους τους Μοναχούς ο Καθηγούμενος τους ανακοίνωσε τα συμβάντα. Έπειτα εκάλεσε και τους εγκρίτους της πόλεως Λύδδης, τους ανήγγειλε τα όσα συνέβησαν περί της αγίας εικόνος και τους παρήγγειλε τα εξής: «Εμείς φεύγουμε για την αγία Πόλιν της Ιερουσαλήμ για να προσκυνήσουμε τον Άγιον Τάφον του Κυρίου και ας γίνη το θέλημά Του. Εσείς εγκατασταθήτε στη Μονή για να την προφυλάξετε.
      
Με δάκρυα και με λύπη έπειτα ξεκίνησαν. Αφού έφθασαν στην Ιόππη βρήκαν πλοίον και ανεχώρησαν για το Όρος Άθω. Ύστερα από αρκετές ημέρες έφθασαν και επήγαν στην Μονή Ζωγράφου. Όταν μπήκαν στο Ναό, προς θαυμασμόν και έκπληξίν τους, είδαν την ζωγραφιά του Αγ. Γεωργίου, που είχαν στη Μονή Φανουήλ, νάναι προσκολλημένη χωρίς καμμιά αλλοίωσιν σε μια νέα σανίδα. Τότε με συγκίνησι και δάκρυα εγονάτισαν μπροστά στην εικόνα και έλεγαν: «Γιατί μας προξένησες τόση λύπη, Μεγαλομάρτυς Γεώργιε;» Οι Μοναχοί της Ζωγράφου απορούσαν, γιατί συνέβαιναν όλα αυτά τα παράξενα. Όμως εκείνοι τους διηγήθηκαν τα συμβάντα και όλοι εδόξαζαν ολοψύχως τον Κυρίον και τον Άγ. Γεώργιον. Τον Καθηγούμενον Ευστράτιον τον έκαμαν Ηγούμενόν τους.
      
Από τότε άρχισαν να γίνωνται από την αγίαν εικόνα πολλά θαύματα γι' αυτό και ο κόσμος επήγαινε στη Μονή Ζωγράφου, να προσκυνήση τον Τροπαιοφόρον Γεώργιον. Η φήμη των θαυμάτων έφθασε μέχρι και τον βασιλέα Λέοντα Σοφόν, ο οποίος ήτο πολύ ευσεβής. Μάλιστα απεφάσισε να πάη αυτοπροσώπως στο Άγιον Όρος για να προσκυνήση και να ευφρανθή πνευματικώς με τις ψυχωφελείς συζητήσεις που θα έκανε με τους ασκητάς Μωϋσή, Ααρών και Βασίλειον που έγιναν ξακουστοί για την αρετή τους. Ύστερα από τον Λέοντα επεσκέφθη την Μονή και ο βασιλιάς των Βουλγάρων Ιωάννης από το Τίρνοβον. Με την πλουσία βοήθεια αυτών άρχισε να κτίζεται η μεγαλοπρεπής Μονή του Ζωγράφου. Αργότερα η Ιερά Μονή κατεδαφίσθη από τους βαρβάρους και τους πειρατές. Η υφιστάμενη Μονή κτίσθηκε από τον Ηγεμόνα της Μολδαυΐας Στέφανον.
      
Η αγία εικόνα έχει μέχρι σήμερα το άκρον του δακτύλου ενός Επισκόπου που χαρακτηριζόταν για την ολιγοπιστίαν του ως προς την θαυματουργικήν δύναμι της εικόνος. Ο Επίσκοπος αυτός καταγόταν, κατά την παράδοσι, απ' τα Βοδενά (Έδεσσα) και όταν άκουσε για τα θαύματα της εικόνος θέλησε μαζί με την συνοδεία του να πάη να διαπιστώση εάν πράγματι ήσαν αληθινά τα όσα διεδίδοντο ή ήσαν εφευρέσεις των Μοναχών, για λόγους φιλοχρηματίας. Όταν έφθασε στο Άγιον Όρος επήγε και στην Μονή του Ζωγράφου όπου οι εκεί Μοναχοί τον υποδέχθηκαν με την πρέπουσαν τιμήν. Εν συνεχεία τον ωδήγησαν στον Ναόν για να προσκυνήση τον Άγ. Γεώργιον. Αλλ' ο Επίσκοπος αντί να φανή ταπεινός και σεμνός εξ αιτίας και του επισήμου σχήματός του εφάνη υπερήφανος και ολιγόπιστος. Αφού με αδιαφορία είδε τον Ναόν στάθηκε μπροστά στην εικόνα του Αγ. Γεωργίου και με αλαζονικόν ύφος είπε προς τους Μοναχούς: «Ώστε αυτή είναι η θαυματουργός εικόνα του Αγ. Γεωργίου;». Και άγγιξε με τον δάκτυλόν του την παρειά του Αγίου. Αμέσως όμως το δάκτυλόν του εκόλλησε στην εικόνα και μάταια προσπαθούσε να τον ξεκολλήση. Η αγωνία του και ο φόβος του εμεγάλωνε όσο αγωνιζόταν και εδοκίμαζε να τον ξεκολλήση. Κάθε φοράν που προσπαθούσε να το αποχωρήση από την εικόνα ένοιωθε και πόνους γιατί το δάκτυλό του είχε κολλήσει πολύ δυνατά. Στο τέλος ο δυστυχής Επίσκοπος δέχθηκε, παρά την θέλησίν του, να του κόψουν ύστερα από επέμβασιν τον δάκτυλόν του και έτσι έμαθε καλά εξ ιδίας πείρας την γνησιότητα, την αλήθεια και την δύναμιν των θαυμάτων του ενδόξου Τροπαιοφόρου Γεωργίου.
      
Η εικόνα του Αγ. Γεωργίου είναι στολισμένη με αργυρούν ένδυμα το οποίον κατεσκευάσθη στην Πετρούπολι, τη ευλογία του Μητροπολίτου Σεραφείμ, καθώς αναγράφεται και στο κράσπεδον του κάτω μέρους του ενδύματος. Η αγιογράφησις της εικόνος είναι Βυζαντινή, αλλά εξ αιτίας της παρόδου του χρόνου είναι σκοτεινή.

β) Περί της εικόνος που ήλθε μέσω θαλάσσης από την Αραβίαν
       Υπάρχει κοντά στον κίονα του αριστερού χορού που ευρίσκεται η εικόνα του Αγ. Γεωργίου η εξής χειρόγραφος διήγησις.
      
Η αγία εικόνα ήλθε από την Αραβίαν και βρέθηκε στο λιμάνι της Μονής Βατοπαιδίου. Η απροσδόκητη άφιξις της εικόνος προκάλεσε ταραχή και θόρυβον στο Άγ. Όρος. Διότι η φήμη ξαπλώθηκε γρήγορα και συνέρρεαν μοναχοί απ' όλα τα Μοναστήρια για να προσκυνήσουν την αγίαν εικόνα που με θαύμα εφανερώθη στο λιμάνι. Μάλιστα κάθε Μοναστήρι επεδίωκε ν' αποκτήση τον θησαυρό αυτό και οι Γέροντες ηρνούντο να την δώσουν στην Μονή Βατοπαιδίου. Τελικά απεφάσισαν να βάλουν κλήρον και να δεχθούν την απόφασι της αγίας εικόνος. Πράγματι επήραν ομοφώνως απόφασιν όλοι οι Γέροντες να φορτώσουν την εικόνα, σ' ένα ξένο και άγριο νέο ημίονο που δεν ήξερε τους δρόμους και τα Μοναστήρια και αφού τον αφήσουν ελεύθερον να τον ακολουθήσουν από μακρυά. Εκεί που θα εσταματούσε θα έπρεπε να μείνη η ιερά εικόνα. Έτσι και έγινε. Αφού ωδήγησαν τον ημίονο στο δρόμο Θεσσαλονίκης - Αγίου Όρους τον άφησαν στην θέλησί του. Και ο ημίονος με αργό και ισόμετρο περπάτημα σαν να ένοιωθε ότι μετέφερε ιερό φορτίο επέρασε από δύσβατους τόπους, δάση και υψώματα και έφθασε στη Μονή Ζωγράφου και στάθηκε ακίνητος σ' έναν ωραιότατον λόφον.
     
Μ' αυτό τον τρόπο επληροφορήθησαν όλοι ότι η θέλησι του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου ήταν να μείνη η ιερή του εικόνα στη Μονή Ζωγράφου. Όλοι οι Μοναχοί δέχθηκαν στη Μονή με χαρά και με πνευματική πανήγυρι την ιερή εικόνα και την ετοποθέτησαν στον κίονα του αριστερού χορού. Ο ημίονος που μετέφερε των αγίαν εικόνα μόλις του την ξεφόρτωσαν εξέπνευσε και τον έθαψαν στον τόπον εκείνον. Σε ανάμνησι για τον ερχομό της ιερής εικόνος του Αγ. Γεωργίου έκτισαν στον λόφο ένα κελλί και μικρή εκκλησία στο όνομα του Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου.

γ) Περί της αγίας εικόνος που αφιέρωσε ο Ηγεμόνας της Μολδοβλαχίας Στέφανος
       Στον βορειοδυτικό κίονα, στον οποίο στηρίζεται και ο τρούλλος, είναι ανηρτημένη και άλλη εικόνα του Αγ. Γεωργίου, για την οποίαν υπάρχει η εξής χειρόγραφος διήγησις στη Μονή Ζωγράφου.
      
Ο Ηγεμόνας της Μολδοβλαχίας Στέφανος είχε, ως γνωστόν, συνεχώς πολέμους με τους Τούρκους. Κάποτε συνεκεντρώθησαν τα τούρκικα ασκέρια, που ήσαν αναρίθμητα, αποφασισμένα να τον αφανίσουν. Όταν είδε ο Στέφανος το πλήθος του εχθρού εφοβήθη. Αμέσως όμως συνήλθε και με θερμή προσευχή κατέφυγε στον Κύριον τον Θεόν και επεκαλέσθη με δάκρυα την βοήθειάν του. Με την εκ βάθους καρδίας προσευχήν του απεκοιμήθη. Μόλις τον επήρε ο ελαφρός ύπνος του εμφανίσθηκε ο Μεγαλομάρτυς Γεώργιος που τον περιέλουζε ένα λαμπρό και θαυμάσιον φως, τα μάτια του άστραφταν και η ουράνια δόξα τον περιέβαλλε. Ο Στέφανος αν και εκοιμόταν εφοβήθη και ετρόμαξε. Τότε ο Άγιος του είπε: «Έχε θάρρος στον Κύριό σου και μη φοβάσαι το πλήθος αυτό. Αύριον συγκέντρωσε όλο το στράτευμά σου και οδήγησέ το εναντίον των εχθρών του Χριστού με φωνές πανηγυρικές και σάλπιγγες και θα ιδής την δύναμι του Θεού μας που πάντα σε βοηθεί. Γι' αυτό τον λόγο στάθηκα εδώ, για να σου αποκαλύψω ποιος θα νικήση και να σου αναφέρω ότι η δύναμις του Θεού είναι μαζί σου και ότι ακόμη και εγώ θα σε βοηθήσω στη μάχη αυτή. Για όλα αυτά ανακαίνισε την Μονή Ζωγράφου που είναι αφιερωμένη στ' όνομά μου, και που ερημώθηκε. Στείλε μάλιστα και την ιδική μου εικόνα που έχεις μαζί σου».
      
Ο Στέφανος επήρε θάρρος από την εμφάνισι του Αγίου και ακόμη από την υπόσχεσι που του έδωσε ότι θα τον εβοηθούσε, θεία χάριτι. Αφού μάλιστα έφερε και την αγία εικόνα μαζί του με την φωνή των σαλπίγγων επέπεσε ξαφνικά σαν λαίλαπας δυνατός στον όγκο των Οθωμανών και τους συνέτριψε χωρίς χρονοτριβή και τους διέλυσε. Ύστερα απ' ολίγον καιρό έστειλε και την αγίαν εικόνα στο Άγιον Όρος και ανακαίνισε την Μονή Ζωγράφου, σύμφωνα με την θέλησιν του Αγίου, αφού αφιέρωσε σ' αυτή και πολλά αφιερώματα.
      
Κάποιος Ρώσσος συγγραφέας αναφερόμενος στην αγία εικόνα του Αγ. Γεωργίου γράφει τα εξής: «Κατά τον 15ον αιώνα εφάνη και άλλος ευεργέτης της Μονής Ζωγράφου ο Στέφανος που ήταν επίσημος Ηγεμόνας της Μολδοβλαχίας, ο οποίος ηγωνίσθη πολλές φορές εναντίον των Οθωμανών πάντοτε τροπαιοφόρως.  Όταν τον περικύκλωσαν κάποτε αμέτρητα πλήθη εχθρού σκεφτόταν με ποιο τρόπο θα ημπορούσε να σώση τους περιβόλους του φρουρίου. Τότε φάνηκε πάνω στο τείχος η μάνα του, η οποία του είπε: «Δεν θα επιτρέψω ποτέ στους εχθρούς σου να ανοίξουν τις πύλες του φρουρίου σου. Εάν δεν νικήσης και δεν ημπορέσης να αντισταθής σ' αυτούς στο πεδίον της μάχης, ελάχιστη ελπίδα σου απομένει για τους περιβόλους».
      
Εκείνο λοιπόν το βράδυ εφάνη ο Άγ. Γεώργιος προς τον συγχυσμένο ηγεμόνα Στέφανον και του υπεσχέθη την νίκην. Επίσης τον διέταξε ν' αποστείλη την αγίαν εικόνα που είχε πάντοτε μαζί του ο Στέφανος στην Μονή Ζωγράφου, και να την ανακαινίση γιατί ήδη ήταν ερημωμένη. Η νίκη έστεψε τα όπλα του ηγεμόνος που κατετρόπωσε τον εχθρόν. Ο Στέφανος εξεπλήρωσε την εντολή του Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου και την εικόνα απέστειλε και την Μονή μεγαλοπρεπώς ανακαίνισεν.
      
Και οι τρεις εικόνες του Αγίου Γεωργίου είναι περιβεβλημένες με ωραιότατα αργυρά ενδύματα που είναι κοσμημένα με πολύτιμους λίθους. Μάλιστα όλος ο διάκοσμός τους ετεχνουργήθη στη Ρωσία.
 
Περί της θαυμαστής εικόνος του αγίου Γεωργίου που βρίσκεται στην Ιερά Μονή Ξενοφώντος.
       Στον Άγιον Όρος σώζεται η αρχαία προφορική παράδοσις και για την αγίαν εικόνα που υπήρχε κατά τους χρόνους των ασεβών και κακοδόξων εικονομάχων που με βασιλικά διατάγματα εκαίοντο οι άγιες και σεβαστές εικόνες.
      
Στα χρόνια εκείνα λοιπόν οι υπηρέται του παρανόμου βασιλιά ερευνούσαν και προσπαθούσαν να βρίσκουν τις άγιες εικόνες για να τις συντρίβουν και να τις ρίχνουν στη φωτιά. Βρήκαν λοιπόν και την αγία αυτήν εικόνα και την έρριξαν στη φωτιά για να καή. Αλλά μάταια εκοπίαζαν οι ανόητοι, διότι η αγία εικόνα έμεινε άφλεκτος μέχρι που έσβησε τελείως η φωτιά. Οι εικονομάχοι όταν είδαν ότι ελάχιστα η φωτιά επείραξε τα ενδύματα του Αγίου και το πρόσωπόν του τίποτα δεν έπαθε, εξεπλάγησαν. Ένας μάλιστα περισσότερον ασεβής έμπηξε μαχαίρι στο πηγούνι του Αγίου και αμέσως έτρεξε αίμα καθαρόν. Τότε όλοι όσοι είδαν το θαύμα έφυγαν ο καθένας για το σπίτι του. Ένας ευσεβής χριστιανός αφού παρέλαβε την αγίαν εικόνα και ήλθε στον γιαλόν, προσευχήθηκε θερμά προς τον Κύριον για να σταματήση η φρικτή θύελλα της εικονομαχίας. Έπειτα αφού εγύρισε προς την αγίαν εικόνα είπε: «Μεγαλομάρτυρα του χριστού Τροπαιοφόρε Γεώργιε, Συ ο οποίος και στη ζωή αλλά και μετά θάνατον έκαμες τόσα πολλά θαύματα και που μόλις τώρα άφησες άφλεκτον την αγία σου εικόνα, διεφύλαξε και τώρα αυτήν και από την θάλασσα και μετέφερέ την όπου συ γνωρίζεις και επιθυμείς προς δόξαν του Θεού μας». Και μόλις ετελείωσε έβαλε την εικόνα στη θάλασσα.
      
Ο Χριστιανός εκείνος έφυγε. Ο Μεγαλομάρτυς Γεώργιος εφρόντισε ώστε η αγία του εικόνα να φθάση στο Άγιον Όρος όπου και άλλες εικόνες η θεία Πρόνοια ωδήγησε. Η εικόνα ετοποθετήθη κοντά στην Μονή Ξενοφώντος όπου έρρεαν τα ιαματικά όξινα νερά. Υπήρχε μάλιστα εκεί ένα Μονύδριον αφιερωμένο στον Μεγαλομάρτυρα Δημήτριον. Ακόμη σώζεται ο ναΐσκος αυτός όπου οι μοναχοί όταν είδαν την εικόνα του Αγ. Γεωργίου την μετέφεραν εκεί γεμάτοι χαρά και ευλάβειαν. Ύστερα έκτισαν Ναόν κοντά στο ναΐδριον. Όταν αυξήθηκαν οι μοναχοί και εμεγάλωσε και η Μονή ωνομάσθη του Αγ. Γεωργίου. Οι Μοναχοί εορτάζουν καθημερινώς μαζί με τον Άγιον Γεώργιον και τον Μεγαλομάρτυρα Δημήτριον και τους μνημονεύουν κατά τας απολύσεις των ακολουθιών.
      
Η αγία εικόνα ευρίσκεται στον μεγάλον Καθολικόν νέον Ναό του Αγίου Γεωργίου στον ανατολικό κίονα του δεξιού χορού και έχει ζωγραφισμένο ολόσωμο τον Μεγαλομάρτυρα και σε ένδειξι του θαύματος φέρει και την πληγή στο πηγούνι και το αίμα του είναι πηγμένο σ' αυτήν. Μέχρι σήμερα το θαυμαστό φαινόμενο κηρύττει περίτρανα τα πάμπολλα θαύματα που επετέλεσε και επιτελεί ο Άγιος Μεγαλομάρτυς και Τροπαιοφόρος Γεώργιος.
Η μνήμη του εορτάζεται την 23ην Απριλίου. ή αν η 23 Απριλίου είναι πριν την Κυριακή της Αναστάσεως εορτάζεται την δεύτερη μέρα του Πάσχα

Κυριακή 24 Απριλίου 2011

ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΑΝΑΣΤΑΣΗ
ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΜΠΑΜΠΑ

Σάββατο 23 Απριλίου 2011

ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ

ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ
ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ


Το έθιμο της καύσης του Βαραββά στη Νέα Κίο.

 »  Αργολικές Ειδήσεις - Κάθε χρόνο, τη Μεγάλη Παρασκευή αναβιώνει στη Νέα Κίο ένα παμπάλαιο έθιμο. Πρόκειται για το έθιμο της καύσης του Βαραββά που μας έρχεται από την Κίο της Μικράς Ασίας και συγκεντρώνει πλήθος κόσμου εντός και εκτός Αργολίδας, αφού είναι μοναδικό στο είδος του. Ο Βαραββάς, ένα μεγάλο ομοίωμα ανθρώπου, που ετοιμάζεται με ιδιαίτερη επιμέλεια από τους υπαλλήλους του Δήμου το πρωί της Μεγάλης Παρασκευής, είναι στημένος σε ικρίωμα ύψους 8 περίπου μέτρων και το βράδυ παραδίνεται στην πυρά,κατά την ώρα της Περιφοράς του Επιταφίου, ενώ τα πολύχρωμα βεγγαλικά πλημμυρίζουν τη νύχτα με ήχο και φως εντυπωσιάζοντας μικρούς και μεγάλους και δίνοντας μια άλλη νότα στο πένθιμο ύφος της ημέρας.  Όπως διαβάζουμε στο αξιόλογο έργο του Ευρυσθένη Λασκαρίδη «ΚΙΑΝΑ», στο δεύτερο τόμο, στην Κίο της Μικράς Ασίας η συνήθεια της καύσης του Βαραββά επικρατούσε από «παλαιοτάτην εποχήν».

Μάλιστα η προετοιμασία για την επιβλητικότερη εμφάνιση και το μεγαλειώδες κάψιμο του Βαραββά, άρχιζε από την Κυριακή των Βαΐων, όταν οι νέοι της Κίου συγκεντρώνονταν στα προαύλια των εκκλησιών κατά ενορίες και εκεί (υπό την καθοδήγηση των αυτοχειροτονήτων αρχηγών) έπαιρνε ο καθένας τις σχετικές οδηγίες για την κατασκευή του Βαραββά.

Τα ξερά χόρτα (ρούμια), που χρησιμοποιούσαν, τα μετέφεραν από τα βουνά με γαϊδούρια, ενώ ο πάσσαλος έπρεπε «να εξευρεθεί δια κλοπής είτε από ημικατεστραμμένας οικίας, είτε από κανένα νταλιάνι (κατασκευή μέσα στη θάλασσα για αλιεία)…»

Σε κάθε ενορία η κατασκευή του Βαραββά (ο οποίος έφτανε τα 6-10 μέτρα) άρχιζε την Μεγάλη Πέμπτη. «Και όταν η εργασία της ετοιμασίας ετελείωνεν και απεσύρετο ο κόσμος, ο αρχηγός της ενορίας διόριζε σκοπούς από τους ισχυρότερους και θαρραλεωτέρους νέους προς φύλαξιν του, διότι υπήρχε κίνδυνος, παιδιά άλλης ενορίας, να του βάλουν φωτιά προτού έλθει η κατάλληλος ώρα.

Και όταν η περιφορά του Επιταφίου διήρχετο από το μέρος όπου ήτο ντυμένος ο Βαραββάς, κατόπιν διαταγής του αρχηγού, χιλιάδες αναμμένα κεριά τον επλησίαζαν και τον έδιδον φωτιά. Αι φλόγες, λόγω του μεγέθους του, ανήρχοντο εις μέγα ύψος και αι σπίθες αυτού προκαλούσαν θέαμα φαντασμαγορικόν…»

Παρασκευή 22 Απριλίου 2011

O Επίσκοπος Ελευσίνας από το πατριαρχείο Αλεξανδρείας προσκεκλημένος του Μητροπολίτη Αργολίδος κκ. Ιακώβου


Στον Μητροπολιτικό ναό του Αγίου Γεωργίου στο Ναύπλιο βρέθηκε σήμερα ο Επίσκοπος Ελευσίνας από το πατριαρχείο Αλεξανδρείας προσκεκλημένος του Μητροπολίτη Αργολίδος κκ. Ιακώβου για να τελέσει την ακολουθία της αποκαθηλώσεως, σε έναν κατάμεστο από κόσμο ναό ο επίσκοπος Ελευσίνας μίλησε για το Θείο Δράμα του κυρίου Ιησού Χριστού.
Ο Ιησούς ως Ξένος
Κατά την έξοδο του Επιταφίου, τη Μεγάλη Παρασκευή, ψαλλόταν άλλοτε ένα τροπάριο που είναι γνωστό με τον τίτλο "δος μοι τούτον τον ξένον" - από τη συχνή επανάληψη της φράσεως αυτής. Είναι ένα ωραιότατο ιδιόμελον το οποίο σπάνια ψάλλεται σήμερα. Γι' αυτό μόνο σε μερικά λειτουργικά βιβλία καταχωρείται. Παρουσιάζει τον Ιωσήφ τον από Αριμαθαίας να ζητεί επίμονα από τον Πιλάτο το σώμα του Ιησού:
"Δος μοι τούτον τον Ξένον τον εκ βρέφους ως
Ξένον ξενωθέντα εν κόσμω.
Δος μοι τούτον τον Ξένον, ον ομόφυλοι
μισούντες θανατούσιν ως Ξένον. Δος μοι τούτον τον Ξένον, ον ξενίζομαι βλέπειν του θανάτου τον Ξένον.
Δος μοι τούτον τον Ξένον, όστις οίδε
ξενίζειν τους πτωχούς τε και ξένους.
Δος μοι τούτον τον Ξένον, ον
Εβραίοι τω φθόνω απεξένωσαν κόσμω.
Δος μοι τούτον τον Ξένον, ίνα κρύψω
εν τάφω, ος ως Ξένος ουκ έχει πού την κεφαλήν κλίνη."(...)
Οι στίχοι αυτοί είναι εμπνευσμένοι από το 25ο κεφάλαιο του κατά Ματθαίον Ευαγγελίου, που αποτελεί το βασικό κριτήριο της σωτηρίας: "Ξένος ήμην και ου συνηγάγετέ με, γυμνός και ου περιεβάλετέ με, ασθενής και εν φυλακή και ουκ επεσκέψασθέ με" (στ. 43).
Το τροπάριο
αυτό αποδίδεται στο βυζαντινό λόγιο και διπλωμάτη Γεώργιο Ακροπολίτη (1217-1282), ο οποίος έπαιξε σημαντικό ρόλο στην αυτοκρατορία της Νικαίας κατά τον κρίσιμο 13ο αιώνα. Τούτη η προσωνυμία, του Ξένου, υποκρύπτεται και στον πρόλογο του τετάρτου Ευαγγελίου, όπου ο Ιησούς ταυτίζεται με τον προαιώνιο Λόγο:
"Εν αρχή ην ο Λόγος, και ο Λόγος ην προς τον Θεόν, και Θεός ην ο Λόγος. Εν τω κόσμω ην, και ο κόσμος αυτόν ουκ έγνω, εις τα ίδια ήλθε, και οι ίδιοι (οι αδελφοί του, οι μαθητές του, οι συμπατριώτες του) αυτόν ου παρέλαβον. (...) Και ο Λόγος σαρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν".
Η Παράδοση αναφέρει ότι το τέταρτο Ευαγγέλιο βασίζεται στην Ιωάννειο θεολογία. Ο ηγαπημένος μαθητής Ιωάννης δίδαξε στην Εφεσο, όπου κατέφυγε με την Παναγία Μητέρα του Ιησού, την οποία "έλαβεν εις τα ίδια". Φαίνεται πως το Ευαγγέλιο αυτό εγράφη στην Εφεσο, όπου υπήρχε ζωντανή η παράδοση του Λόγου του "σκοτεινού φιλοσόφου" Ηρακλείτου. Εδώ, λοιπόν, έγινε, για πρώτη φορά η γόνιμη συνάντηση του ελληνικού και του χριστιανικού πνεύματος, γεγονός που έδωσε το έναυσμα για την οικουμενική διάδοση του ευαγγελικού μηνύματος.
Ο ίδιος ο Ιησούς παρεπονείτο συχνά ότι "οι απώλεκες φωλεούς έχουσι
και τα πετεινά του ουρανού κατασκηνώσεις, ο δε υιός του ανθρώπου ουκ έχει πού την κεφαλή κλίνη" (Ματθ. η' 20). Τούτη η ευαγγελική εμπειρία διήκει σε όλους τους χριστιανικούς αιώνες, ότι δηλ. ο Ιησούς παρανοήθηκε και όσο ζούσε και μετά την Ανάστασή Του.
Ο Βλ. Πασκάλ
έγραψε στις περίφημες "Σκέψεις" του: "Ο Ιησούς Χριστός δεν βρήκε ανάπαυση πάνω στη γη παρά μόνο στον Τάφο". Γράφει στις μέρες μας ένας ελάσσων ποιητής, υπομνηματίζοντας το χωρίο, Ιω. α' 10 ("και ο κόσμος αυτόν ουκ έγνω"):
"Οι μουσοτραφείς
ιεροδιδάσκαλοι Σε απέρριψαν/ διαρρηγνύοντες τα ιμάτιά τους/ για τη μοντέρνα γραφή Σου./ Μα τα βασανισμένα απ' την αγρύπνια πλήθη/ Σ' αναγνώρισαν αμέσως ως ποιητή/ ερχόμενο απ' τις στράτες της θλίψης και της δύναμης./ Εγραψες τους στίχους Σου/ πάνω στην καυτή άμμο της ερημιάς/ σιωπών/ και οι ιεροδιδάσκαλοι έφυγαν μουρμουρίζοντας./ Μα η σιωπή Σου έντυσε τη γύμνια της κυνηγημένης/ -απροσδόκητη η στολή η πρώτη./ Χάραξες τους στίχους Σου/ κόκκινους της φωτιάς/ πάνω στο ξύλο της ατιμίας/ κι έμειναν έκτοτε ανεξίτηλοι/ απ' τα πανωγράμματα της ανιαρής σοφίας μας./ Κοίταξες τη Μαρία μόνο μια στιγμή/ κι εκείνη απολησμόνησε τα στιχάκια/ που της έγραφαν στη σάρκα και στους τοίχους της/ οι στιχοπλόκοι εραστές της. Η ποίηση την έρριξε στα τρίστρατα/ του τίκτοντος Λόγου".
Ο Ιησούς βαδίζει αργά στο χρόνο και συναντάει κάθε ψυχή, που τη
βασάνισε ο πόνος και η θλίψη. Περίμενε την απάντηση του ουρανού ως το τέλος και ανέκραξε πάνω στο Σταυρό: "Θεέ μου, Θεέ μου, ίνα τι με εγκατέλιπες;"
"Ο κενός τάφος, μετά τρεις ημέρες, έφερε στον κόσμο την
αναπνοή της Ελπίδας, η οποία "ου καταισχύνει". Θα παραμένει η Ελπίδα ως τα στερνά του κόσμου και θα παρηγορεί μόνο τους "κοπιώντας και πεφορτισμένους", όσους δηλ. η αγρύπνια της ψυχής τους Τον είδε σαν τον μοναδικό Αδελφό και όχι σαν τον Ξένο, όπως Τον βλέπουν, πάντοτε, οι χορτάτοι και οι ευτυχισμένοι.
ΠΑΝΟΣ ΛΙΑΛΙΑΤΣΗΣ

Πέμπτη 21 Απριλίου 2011

MYNHMA ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΑΡΓΟΛΙΔΟΣ ΙΑΚΩΒΟY Β’

 

 



Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΑΡΓΟΛΙΔΟΣ ΙΑΚΩΒΟΣ Β’
Πρὸς τὸ χριστεπώνυμον πλήρωμα
τῆς καθ᾿ ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως

«Ἀδελφοί μου ἐν Κυρίῳ ἀγαπητοί» (Ἰακώβ. α’ 16)

«Χ ρ ι σ τ ὸ ς Ἀ ν έ σ τ η»
«Ἀναστάσεως ἡμέρα λαμπρυνθῶμεν λαοί, Πάσχα Κυρίου Πάσχα, ἐκ γὰρ θανάτου πρὸς ζωὴν καὶ ἐκ γῆς πρὸς οὐρανόν, Χριστὸς ὁ Θεός, ἡμᾶς διεβίβασεν…» ἀναφωνεῖ ἀγαλλόμενος ὁ ἱερὸς Ὑμνογράφος καὶ συμπληρώνει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος:
«Σήμερα γιορτάζουμε τὴ λαμπρή νίκη μας.
Σήμερα ὁ Κύριός μας ἔστησε τὸ τρόπαιο κατὰ τοῦ θανάτου, κατέλυσε τὴν τυραννία τοῦ διαβόλου καὶ μᾶς χάρισε τὴν ὁδό τῆς σωτηρίας, διὰ τῆς ἀναστάσεως. Ὅλοι χαιρόμεθα, σκιρτᾶμε, ἀγαλλόμεθα. Ἂν καὶ ὁ Κύριός μας Χριστὸς νίκησε καὶ ἔστησε τὸ τρόπαιο, ἐν τούτοις κοινὴ εἶναι ἡ εὐφροσύνη καὶ ἡ χαρά μας… Σήμερα ἡ σύναξη τῶν ἀγγέλων καὶ ὁ χορὸς ὅλων τῶν οὐρανίων δυνάμεων ἀγάλλονται γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων».
Μέγα ὄντως, θαυμαστὸ καὶ χαρμόσυνο τὸ γεγονὸς τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὅλη ἡ ἱστορία τοῦ Χριστιανισμοῦ δὲν εἶναι τίποτα ἄλλο, παρὰ ἡ ἱστορία ἑνὸς καὶ μοναδικοῦ θαύματος, τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Τὴν ἀλήθεια αὐτὴ τονίζει ὁ Ἀπόστ. Παῦλος ὅταν γράφει στοὺς Κορινθίους: «εἰ δὲ Χριστὸς οὐκ ἐγήγερται, κενὸν ἄρα τὸ κήρυγμα ἡμῶν, κενὴ δὲ καὶ ἡ πίστις ἡμῶν» (Α’ Κορινθ. ιε’, 14). Δηλ. ἐὰν ὁ Χριστὸς δὲν εἶχε ἀναστηθεῖ τότε θὰ ἦταν χωρὶς νόημα τὸ κήρυγμά μας, χωρὶς νόημα καὶ ἡ πίστη μας.
Καὶ ὁ ἅγιος Αὐγουστῖνος παρατηρεῖ:
«Δὲν εἶναι καθόλου γιὰ μᾶς μεγάλο, ἂν πιστεύουμε ὅτι ὁ Χριστὸς πέθανε. Αὐτὸ τὸ πιστεύουν καὶ οἱ εἰδωλολάτρες. Καὶ οἱ Ἰουδαῖοι. Καὶ ὅλοι οἱ ἁμαρτωλοί. Ὅλοι πιστεύουν ὅτι πέθανε. Ἡ πίστη τῶν χριστιανῶν εἶναι ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸ εἶναι γιὰ μᾶς τὸ μεγάλο: Πιστεύουμε, ὅτι ὁ Χριστὸς ἀναστήθηκε». Ἀλλὰ ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι καὶ τῆς προσωπικῆς μας ζωῆς θεμέλιο. Σημαίνει γιὰ μᾶς τὴν πιὸ βαθιὰ καὶ οὐσιαστικὴ μεταμόρφωση. Πρόκειται γιὰ τὴν πνευματικὴ καὶ ἠθικὴ ἀνάστασή μας ἀπὸ τὰ νεκρὰ ἔργα τῆς ἁμαρτίας, ἀπὸ τὴν κατάσταση τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς φθορᾶς.
Γράφει πολὺ
χαρακτηριστικὰ ὁ Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς: «Ὁ ἄνθρωπος γεννιέται στ᾿ ἀλήθεια ὄχι ὅταν (τὸν) φέρνει στὸν κόσμο ἡ μητέρα του, ἀλλὰ ὅταν πιστεύει στὸν Ἀναστημένο Σωτήρα Χριστό, γιατὶ τότε γεννιέται στὴν ἀθάνατη καὶ αἰώνια ζωή, ἐνῶ ἡ μητέρα γεννᾶ τὸ παιδί της πρὸς (τὸν) θάνατο, γιὰ τὸν τάφο. Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ μητέρα ὅλων μας, ὅλων τῶν Χριστιανῶν, ἡ μητέρα τῶν ἀθανάτων. Διὰ (μέσου) τῆς πίστης στὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου, γεννιέται πάλι ὁ ἄνθρωπος, γεννιέται γιὰ τὴν αἰωνιότητα».
Ὅμως, γιὰ νὰ ὠφεληθοῦμε ἀπ᾿ αὐτὴ τὴν πίστη, θὰ πρέπει νὰ ἀπεκδυθοῦμε «τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον σὺν ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ» (Κολ. γ’, 9) καὶ νὰ ἐνδυθοῦμε τὸν «καινὸν ἄνθρωπον, τὸν κατὰ Θεὸν κτισθέντα» (Ἐφ. δ’, 24). Λοιπόν, ἂς γίνουμε ἄνθρωποι τῆς Ἀναστάσεως, σύμφωνα μὲ τὸν λόγο τοῦ Ἀποστόλου Παύλου «εἰ οὖν συνηγέρθητε τῷ Χριστῷ, τὰ ἄνω ζητεῖτε, οὗ ὁ Χριστός ἐστιν, τὰ ἄνω φρονεῖτε μὴ τὰ ἐπὶ τῆς γῆς» (Κολ. γ’ 1-2).
Ἔτσι
ἔζησαν οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας. Αὐτό, ἀκριβῶς, καλούμεθα νὰ κάνουμε καὶ ὅλοι ἐμεῖς σήμερα ὡς ὀρθόδοξοι Χριστιανοί. Ἐνισχυμένοι μὲ τὰ Ἱερὰ Μυστήρια τῆς Μετανοίας καὶ τῆς Θείας Εὐχαριστίας ὀφείλουμε τὸ ὑπόλοιπο τῆς ζωῆς μας νὰ περιπατήσουμε «ἐν καινότητι ζωῆς» (Ρωμ. στ’, 4), ὥστε μὲ τὸ φωτεινὸ παράδειγμά μας νὰ διακηρύτ-τουμε πρὸς κάθε κατεύθυνση τὴν πίστη μας στὸν Ἀναστάντα Κύριό μας καὶ στὴ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία Του.
Μόνο μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο, τῆς ἐπιστροφῆς μας στὴν πίστη καὶ τὴ ζωὴ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Θεανθρώπου, σὰν μοναδικὸ πλέον τρόπο σωτηρίας, θὰ εἶναι δυνατὸν νὰ ψάλλουμε καὶ αὐτὸ τὸ Πάσχα καὶ ὡς Ἐκκλησία καὶ ὡς Ἔθνος καὶ ὡς οἰκογένεια, ἀλλὰ κυρίως ὡς ἄτομα τὸν νικητήριο Παιάνα τῆς Ἐκκλησίας μας, τὸ «Χριστὸς Ἀνέστη», γιὰ νὰ νοιώσουμε μέσα μας καὶ γύρω μας τὴν τόσο ἀπαραίτη-τη γιὰ τὴν ἐποχή μας «εἰρήνη τοῦ Θεοῦ» τὴν πάντα νοῦν ὑπερέχουσα κατὰ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο (Φιλ. δ’, 7).
Ἂς εὐχηθοῦμε ἡ Χάρις καὶ ἡ εὐλογία τοῦ Ἀναστάντος Κυρίου μας νὰ
καταυγάσει μὲ τὸ «ἀνέσπερο φῶς Του» τὶς ψυχὲς ὅλων μας, τὴν κοινωνία μας, τὶς οἰκογένειές μας, ἰδιαιτέρως δὲ τοὺς πάσχοντας καὶ ἐν ἀνάγκαις εὑρισκομένους ἀδελφούς μας καὶ κυρίως τοὺς νέους μας. Ἀμήν.
Διάπυρος πρὸς Χριστὸν Ἀναστάντα
Εὐχέτης Ὑμῶν
Ὁ Μητροπολίτης



Ναύπλιον, Ἅγιον Πάσχα 2011

Τετάρτη 20 Απριλίου 2011

Τετάρτη, Απρίλιος 20, 2011

"Άμεση ενεργοποίηση της διαδικασίας ελέγχων εκτιμήσεων της ζημιάς και αποζημίωσης"



Ο αν.Τομεάρχης και Βουλευτής Αργολίδας της Νέας Δημοκρατίας κ. Γιάννης Ανδριανός, κατέθεσε στη Βουλή Ερώτηση προς τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κ. Κ. Σκανδαλίδη με θέμα την ενεργοποίηση από τον ΕΛΓΑ της διαδικασίας ελέγχων για την εκτίμηση των ζημιών και την αποζημίωση των παραγωγών βερίκοκων που επλήγησαν από τον παγετό της 10ης Μαρτίου στην Αργολίδα...

Το κείμενο της Ερώτησης έχει ως εξής:

«Σύμφωνα και με το σχετικό από 18/4/2010 υπόμνημα των Οργανώσεων Παραγωγών Ε.Α.Σ. Αργολίδας Κ.Α.Σ.Ο.Α. Δαναός, Κ.Α.Σ.Ο.Κ Αργολική Γή, Α.Κ.Α.Σ Ήλιος, και των Αγροτικών Συνεταιρισμών Αεροδρομίου, Ατρέας, Κυβερίου, Σκαφιδακίου, Χούνης, Σταθέικων, Σχοινοχωρίου, Κεφαλαρίου, Ελληνικού, Μύλων, Κουτσοποδίου, εξαιτίας του παγετού που σημειώθηκε στις 10 Μαρτίου 2011, αλλά και των δυσμενών φετινών καιρικών συνθηκών, η φετινή παραγωγή βερίκοκων στην Αργολίδα εμφανίζει εξαιρετικά μεγάλη μείωση καρπών, πού κυμαίνεται από 60% έως και 100% σε σχέση με τα δεδομένα των προηγουμένων ετών.

Επισημαίνεται ότι, μετά τις συνεχώς φθίνουσες τιμές των αγροτικών προϊόντων και το αυξημένο κόστος καλλιέργειας, είναι επιτακτική ανάγκη για την οικονομική επιβίωση των παραγωγών η άμεση και ικανοποιητική αποζημίωση της παραγωγής βερίκοκων που καταστράφηκε.

Κατόπιν τούτων, ερωτάται ο Υπουργός:

1. Ποιο είναι το σχετικό δεσμευτικό χρονοδιάγραμμα για την άμεση ενεργοποίηση της διαδικασίας ελέγχων εκτιμήσεων της ζημιάς και αποζημίωσης των εν λόγω παραγωγών βερίκοκων»
0 σχόλια

ΝΑΥΠΛΙΟ ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ ΠΡΟΝΟΙΑΣ Η ΤΕΛΕΣΗ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΕΥΧΕΛΑΙΟΥ

ΝΑΥΠΛΙΟ ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ ΠΡΟΝΟΙΑΣ Η ΤΕΛΕΣΗ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΕΥΧΕΛΑΙΟΥ

Όπως κάθε χρόνο έτσι και φέτος Μεγάλη Τετάρτη σε όλες της εκκλησίες τελείται η ακολουθία του Ιερού Ευχέλαιου , όπου ο Ιερέας μυρώνει τους πιστούς με λάδι.
Οι φωτογραφίες είναι από την τέλεση του ιερού Ευχελαίου που έγινε στον Ιερό ναό της Αγίας Τριάδος στην Πρόνοια Ναυπλίου σήμερα το πρωί μετά την προηγιασμένη θεία λειτουργία . Το μυστήριο τέλεσαν οι Ιερείς πατήρ Ιωάννης και ο πατήρ Ηλίας.


Το λάδι, πέρα από τη σημαντική θέση που κατέλαβε στη διατροφή του ανθρώπου, ανέκαθεν θεωρήθηκε και ως στοιχείο με θεραπευτικές ιδιότητες. Χαρακτηριστική περίπτωση η αναφερόμενη στην παραβολή του Καλού Σαμαρείτου (Λουκ. 10,34).
Παράλληλα, από πολύ παλιά το λάδι απέκτησε και θρησκευτική σημασία. Αυτό γίνεται ολοφάνερο από τη χρήση του σε διάφορες τελετές του αρχαίου Ισραήλ αλλά και σε άλλες θρησκευτικές παραδόσεις.
Στη χριστιανική μας πίστη και παράδοση το λάδι, καθαγιαζόμενο με την προσευχή της Εκκλησίας, αποτελεί ένα από τα χριστιανικά μυστήρια, το μυστηριο του ιερού ΕΥΧΕΛΑΙΟΥ. Θεμελιώδης και χαρακτηριστική αγιογραφική μαρτυρία για το μυστήριο του Ευχελαίου είναι αυτή της Καθολικής επιστολής του αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου (ε,14-15).


                 
Αν και μοναδική σε όλη την Καινή Διαθήκη η μαρτυρία του αγίου Ιακώβου, είναι ολοφάνερο από τη διατύπωσή της ότι δεν αναφέρεται σε κάτι άγνωστο στους χριστιανούς-αναγνώστες της επιστολής του· δεν εισηγείται κάτι το νέο. Προφανώς υπενθυμίζει και προτείνει κάτι που ο ίδιος ο Κύριος είχε διδάξει και που ακολουθούσαν οι χριστιανοί ήδη από την εποχή των αγίων Αποστόλων.
Ακόμη δεν πρέπει να συγχέεται η σύσταση του αγίου Ιακώβου με την προγενέστερη αντίληψη για τη θεραπευτική χρήση του λαδιού. Ο Απόστολος ορίζει να προσκαλούνται στο σπίτι του ασθενούς χριστιανού οι Πρεσβύτεροι της Εκκλησίας για να προσευχηθούν για τον άρρωστο επικαλούμενοι το όνομα του Κυρίου Ιησού. Συνδέει στενά την ίαση με την προσευχή που γίνεται με πίστη. Και προσθέτει ακόμη ότι μαζί με την ίαση ο Κύριος χαρίζει στον ασθενή αδελφό και τη συγχώρηση των αμαρτιών του.
Έτσι, η αποστολική παραγγελία αποτέλεσε τη βάση πάνω στην οποία θεμελιώθηκε η πίστη και η τελετουργική πράξη της Εκκλησίας. Το Ευχέλαιο είναι ένα εκ των μυστηρίων της Εκκλησίας. Συνιστά μυστηριακή προσευχή και πράξη. Τελείται χάριν των αρρώστων. Τελετουργοί του φιλανθρώπου τούτου μυστηρίου είναι οι πρεσβύτεροι της Εκκλησίας, προσκαλούμενοι για τον σκοπό αυτό στην οικία του αρρώστου χριστιανού. Πλησίον του ασθενούς προσεύχονται θερμά. Επικαλούνται τη χάρη του Παναγίου Πνεύματος για να ευλογηθεί το λάδι που παρατίθεται. Και στη συνέχεια αλείφουν τον άρρωστο χριστιανό με το ευλογημένο πλέον έλαιο.
Κατά τη διαβεβαίωση του Αδελφοθέου Αποστόλου «η ευχή της πίστεως», που αναπέμπουν οι Πρεσβύτεροι και η επάλειψη με το ευλογημένο έλαιο σώζει τον άρρωστο. Του χαρίζει την ίαση. Τον ανορθώνει από το κρεβάτι του πόνου. Παράλληλα, του χαρίζει και την άφεση των αμαρτιών του.
Σχετικά λοιπόν με το μυστήριο του ιερού Ευχελαίου επιθυμούμε να διευκρινίσουμε ορισμένα σημεία, που συνδέονται με το μυστηριο και τα οποία πολλοί αδελφοί μας χριστιανοί είτε αγνοούν είτε έχουν εσφαλμένη αντίληψη γι᾽ αυτά.
• Η τέλεση του ιερού Ευχελαίου προϋποθέτει την ύπαρξη αρρώστου σε μια οικογένεια. Για χάρη του τελείται. Αυτό γίνεται ολοφάνερο από τα αιτήματα και τις ευχές που απευθύνει ο Λειτουργός προς τον Θεό.

                                                   
• Η τέλεση Ευχελαίου για έναν ασθενή αδελφό μας δεν σημαίνει άρνηση ή απόρριψη της ιατρικής φροντίδας και της ενδεδειγμένης φαρμακευτικής αγωγής που χρειάζεται. Οι χριστιανοί και στην ιατρική επιστήμη και τους θεράποντές της καταφεύγουμε, αλλά, παράλληλα, και τη βοήθεια και τη θεραπευτική χάρη του Κυρίου μας, του μεγάλου Ιατρού ψυχών και σωμάτων, επικαλούμαστε διαμέσου του μυστηρίου του ιερού Ευχελαίου που τελούμε.
• Προσφεύγοντας διά του μυστηρίου του Ευχελαίου στον Θεό Τον παρακαλούμε να μας θεραπεύσει από την αρρώστια που υποφέρουμε και να αποκαταστήσει την κλονισμένη υγεία μας. Δεν απαιτούμε ούτε διατάσσουμε τον Θεό. Αφηνόμαστε μ᾽ εμπιστοσύνη στην αγάπη και τη θεία φιλανθρωπία Του. Εάν Εκείνος κρίνει ότι μας συμφέρει πνευματικά, ότι είναι για τη σωτηρία μας, ας μας χαρίσει την ίαση. Εάν όχι, δεν αγανακτούμε· δεν γογγύζουμε. Αντίθετα, και πάλι Τον παρακαλούμε να μας οπλίσει με υπομονή για να μπορέσουμε να σηκώσουμε τη δοκιμασία.
• Το Ευχέλαιο δεν γίνεται «για το καλό»· γιατί εντυπωσιάζει η μεγάλη διάρκεια της σχετικής Ακολουθίας· γιατί είναι Σαρακοστή και επικράτησε η συνήθεια «να κάνουμε στο σπίτι ένα ευχέλαιο». Ή, «για να αγιαστεί το σπίτι μας». Για να αγιαστεί το σπίτι του χριστιανού η Εκκλησία όρισε άλλη ιερή Ακολουθία: τον Αγιασμό. Επομένως δεν πρέπει να συγχέουμε τα πράγματα.
• Κατά την τέλεση του μυστηρίου του Ευχελαίου παρακαλούμε τόσο για τη θεραπεία του αρρώστου όσο και για τη συγχώρηση των αμαρτιών του. Το δεύτερο αυτό δεν σημαίνει ότι το Ευχέλαιο αντικαθιστά το μυστήριο της Μετανοίας, δηλαδή την Εξομολόγηση. Αντίθετα, θα λέγαμε, το Ευχέλαιο προϋποθέτει το μυστήριο της Μετανοίας, με το οποίο ο πιστός επιδιώκει τη συμφιλίωσή του με τον Θεό Πατέρα και προετοιμάζεται πνευματικά για να συμμετάσχει και στο μυστηριο του αγίου Ελαίου.
• Το ιερό Ευχέλαιο ανήκει στα μυστήρια που χαρακτηρίζουμε ως επαναλαμβανόμενα, δηλαδή δεν το τελούμε μία και μόνο φορά, αλλά απεριόριστα.
• Η διατύπωση του αγίου Ιακώβου «προσκαλεσάσθω τούς πρεσβυτέρους τῆς Ἐκκλησίας» συνέτεινε στη διαμόρφωση της παραδόσεως το μυστήριο του Ευχελαίου να τελείται από επτά ή, τουλάχιστον, από τρείς Ιερείς. Η πρακτική δυσκολία όμως να συμμετέχουν επτά ή τρείς Πρεσβύτεροι οδήγησε, συν τω χρόνω, στην καθιερωμένη πλέον συνήθεια το μυστήριο να τελείται και από έναν και μόνο Πρεσβύτερο.
Ευχόμαστε, όλοι μας να κατανοήσουμε τη μεγάλη αξία του φιλανθρώπου μυστηρίου. Οι ιερωμένοι να το τελούμε με συναίσθηση και ευλάβεια. Οι πιστοί να συμμετέχουμε με επίγνωση και κατάνυξη. Και ο ελεήμων Κύριος να επιδαψιλεύει πλούσια στους αδελφούς μας που δοκιμάζονται στο κρεβάτι του πόνου την ίαση και τη συγχώρηση· σε όλους το άπειρο έλεός Του.

Read more: http://www.parapolitikaargolida.gr/2011/04/blog-post_7290.html#ixzz1K4pj2zrJ

- Στον ιερό ναό της Παναγίας Ναυπλίου τέλεσε την ακολουθία του όρθρου ο Θεοφιλέστατος επίσκοπος Επιδαύρου κκ. Καλλίνικος.Ο ιερός ναός της Παναγίας είναι ένας ιστορικός ναός της πόλης Ναυπλίου από την εποχή της ενετοκρατίας, εκεί μαρτύρησε και ο πολιούχος της πόλης ο νεομάρτυρας Άγιος Αναστάσιος ,στο ναό αυτόν δίδαξαν μεγάλοι ρήτορες όπως ο Ηλίας Μηνιάτης κα.Εκεί κάθε χρόνο το βράδυ της Μεγάλης Τρίτης η χορωδία του κ. Χαραμή για πολλά χρόνια τωρα ψάλλει το τροπάριο της Κασσιανής ,με μια μελωδία που συναρπάζει κάθε πιστό που βρίσκεται στον ναό και τον κάνει να ταξιδεύει νοερά ...Ο κόσμος πάρα πολύς, και ο ναός ασφυκτικά γεμάτος, οι μελωδικές όμως φωνές της χορωδίας δεν αφήνουν κανένα περιθώριο για διαμαρτυρία ,όλοι ακούν προσεκτικά , φέτος όπως και πέρσι την διδασκαλία της χορωδίας είχε η μαέστρος από την Γεωργία κα Ταμάρα μαθήτρια του χοραρχη κ. Β. Χαραμή ο όποιος φέτος έκλεισε τα 103....-
Το Τροπάριο της Κασσιανής-Κύριε...Δέξαι μου τας πηγάς των δακρύων

Το βράδυ της Μεγάλης Τρίτης ψάλλεται στις εκκλησίες ο όρθρος της Μεγάλης Τετάρτης. Το τελευταίο τροπάριο στην ακολουθία είναι της ευσεβούς και λογίας ποιήτριας του Βυζαντίου Κασσιανής. “Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή, την σην αισθομένη θεότητα, μυροφόρου αναλαβούσα τάξιν, οδυρομένη, μύρα σοι προ του ενταφιασμού κομίζει…”.
Η μοναχή Κασσιανή, ή Κασσία, ή Ικασία, γεννήθηκε περίπου στα 810 μ.Χ και συμμετείχε στην αντίσταση κατά των εικονομάχων. Η πένα της, που ήταν απαράμιλλη, συνέτεινε στο να επισκιαστούν οι σύγχρονές της υμνογράφοι- μελωδοί. Θεωρείται η πλέον επιφανής γυναίκα μελωδός στο Βυζάντιο.
Η Κασσιανή πριν γίνει μοναχή, ήταν ανάμεσα στις παρθένες ευγενικής καταγωγής που συνάντησε ο Θεόφιλος για να επιλέξει ανάμεσά τους την μέλλουσα σύζυγό του. «Εκ γυναικός ερρύη τα φαύλα» (από τη γυναίκα πηγάζουν τα κακά) της είπε ο αυτοκράτορας, έχοντας υπόψη του την Εύα. Εκείνη είχε άποψη και την είπε: «αλλ’ ως εκ γυναικός πηγάζει τα κρείτω» του απάντησε (αλλά και από τη γυναίκα πηγάζουν τα καλά) έχοντας στο νου της την Παναγία.
Αυτή όμως η πράγματι έξυπνη απάντηση χαρακτηρίσθηκε από τον Θεόφιλο ότι περιείχε και κάποια προπέτεια και επιπολαιότητα, οπότε έδωσε το μήλο στην επίσης ωραία, αλλά και σεμνή Θεοδώρα.
Η Κασσιανή απογοητεύθηκε από την αποτυχία της και πήρε την απόφαση να αποτραβηχτή από τον κόσμο και να μονάση. Έκτισε με δικά της χρήματα ένα μοναστήρι, που πήρε αργότερα το όνομά της, ντύθηκε το μοναχικό σχήμα και αφιερώθηκε στη λατρεία του Χριστού και στην ποίηση, συνδυάζοντας έτσι τη βαθειά ευσέβεια και την κλίση της στα γράμματα. Λέγεται μάλιστα ότι μετά την αποτυχία της είπε: «Επειδή δεν έγινα βασίλισσα του προσκαίρου τούτου κόσμου, θα γίνω υπήκοος της αιωνίας Βασιλείας του Χριστού».
Λέγεται ότι ο έρωτα του Θεόφιλου με την Κασσιανή δεν έσβησε ποτέ και υπάρχει ένας θρύλος σχετικός με το Τροπάριο: εκείνη ήταν στη μονή και το έγραφε, οπότε έμαθε ότι έρχεται ο βασιλιάς. Όταν άκουσε τα βήματά του, έφυγε, αφήνοντάς το μισοτελειωμένο.
Τότε εκείνος πήρε το φτερό, το βούτηξε στη μελάνη και έγραψε επάνω στο αναλόγιό της, συμπληρώνοντας το ποίημα: «ων εν τω παραδείσω Εύα το δειλινόν, κρότον τοις ωσίν ηχηθείσα, τω φόβω εκρύβη» (ενώ ήταν στον Παράδεισο η Εύα το δειλινό, άκουσε κρότο και κρύφτηκε από φόβο).
Εκείνη δεν διέγραψε τη φράση, αντίθετα συνέχισε και ολοκλήρωσε το έργο της. Κατά τον Βυζαντινολόγο Κρουμβάχερ: «H Κασσιανή ήταν μία εξαίρετη μορφή και ότι το έργο της το διακρίνει ισχυρά πρωτοβουλία, βαθεία μόρφωσις, αυτοπεποίθησις και παρρησία. Πολύ συναίσθημα και βαθεία θεοσέβεια». Και ο Σωφρόνιος Ευστρατιάδης αναφερόμενος στο έργο της είπε : «Το χαρακτηρίζει γλυκύτης μέλους ακορέστου».
-

Τρίτη 19 Απριλίου 2011

Ο συγγραφέας Βασίλης Παπαθεοδώρου στο αυτενεργώ

By admin - Posted on 18 Απρίλιος 2011
Το ιδιωτικό σχολείο «Αυτενεργώ» την Παρασκευή 15 Απριλίου φιλοξένησε το συγγραφέα νεανικών λογοτεχνικών βιβλίων Βασίλη Παπαθεοδώρου.
Η επίσκεψη πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια των δράσεων, που έχουν προγραμματιστεί στο σχολείο, προκειμένου να προαχθεί η φιλαναγνωσία και να καλλιεργηθούν κίνητρα με στόχο τη θετική στάση των μαθητών απέναντι στο βιβλίο.
Ένα πρόγραμμα, που εφαρμόζεται κάθε χρόνο στο σχολείο και προβλέπει παρουσιάσεις λογοτεχνικών βιβλίων από τους μαθητές των μεγάλων τάξεων του Δημοτικού σχολείου και παρουσιάσεις συγγραφέων από τους μαθητές του Γυμνασίου.
Η συνάντηση αυτή αφιερώθηκε εξ ολοκλήρου στο έργο του συγγραφέα και κυρίως στα νεανικά του μυθιστορήματα. Οι μαθητές παρουσίασαν αναλυτικά τα έργα του, που τους άρεσαν περισσότερο, και έκαναν ποικίλες ερωτήσεις στον κύριο Παπαθεοδώρου σε σχέση με την πλοκή και τα θέματα των βιβλίων του.
Με το διάλογο μεταξύ των μαθητών και του συγγραφέα φωτίστηκαν ποικίλες πτυχές του χαρακτήρα και της φυσιογνωμίας των έργων του. Οι μαθητές εντυπωσιάστηκαν από την παρουσία του Βασίλη Παπαθεοδώρου, ο οποίος κατάφερε να τους προβληματίσει και έλυσε όλες τις απορίες τους.

ΕΙΚΟΝΙΚΟΣ ΠΕΡΙΠΑΤΟΣ ΣΤΟ ΑΡΓΟΣ

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΤΑΞΙΔΙΩΤΕΣ ΠΟΥ ΘΕΛΟΥΝ ΝΑ ΕΡΘΟΥΝ ΓΙΑ ΠΑΣΧΑ ΜΙΑ ΦΟΒΕΡΗ ΕΙΚΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΕΛΙΔΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΑΞΙΖΕΙ ΝΑ ΤΗΝ ΔΕΙΤΕ Σύνδεσμοςhttp://www.argos-peripatos.gr/