Η κληρονομιά της κομματικής πατέντας (άρθρο του Γεωργίου Κόνδη)
14 Ιανουαρίου 2016
Τα συστήματα Δημόσιας Διοίκησης των δυτικών αστικών δημοκρατιών αποτελούν ένα από τους σημαντικότερους πυλώνες σταθερότητας και ανάπτυξής τους. Οι κοινά αποδεκτοί κανόνες οργάνωσης και λειτουργίας και η αξιοκρατική στελέχωσή τους, αποτελούν χαρακτηριστικά που όχι μόνο δεν αλλοιώνονται από πολιτικές σκοπιμότητες και παρεμβάσεις αλλά παραμένουν σταθερά στο χρόνο και μόνο η κοινή πεποίθηση της αλλαγής κοινωνικών αναγκών μπορεί να προκαλέσει μια αλλαγή δομών και λειτουργιών ώστε οι ανάγκες αυτές να εξυπηρετηθούν καλύτερα. Για το λόγο αυτό, οι πολύμηνες διαπραγματεύσεις μεταξύ πολιτικών κομμάτων για το σχηματισμό κυβέρνησης στις χώρες αυτές, δεν επιδρά καθόλου στην εύρυθμη λειτουργία του κράτους. Η Δημόσια Διοίκησή τους λειτουργεί κανονικά σε όλα τα επίπεδα. Το παράδειγμα του Βελγίου δεν είναι το μοναδικό αλλά είναι το πιο χαρακτηριστικό.
Στην Ελλάδα δημιουργήθηκε η αίσθηση πως μετά την πτώση της δικτατορίας και τη σύνδεσή μας με την ΕΟΚ, η αστική δημοκρατία θα αναπτυσσόταν όχι μόνο στο επίπεδο των πολιτικών της θεσμών αλλά και σε εκείνο της Δημόσιας Διοίκησης, της Εκπαίδευσης, κλπ. Η δεκαετία του 80 καλλιέργησε την πρώτη μεγάλη ελπίδα για τη μετάβαση και την εξέλιξη της χώρας σε σύγχρονη αστική δημοκρατία. Ο πακτωλός χρημάτων που έφτανε στη χώρα για τη δημιουργία υποδομών και μηχανισμών και, κατ’ επέκταση, ένα ικανό πλαίσιο αλλαγής των στάσεων και των νοοτροπιών, είχε τα ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα: εγκληματική διαχείριση υλικών πόρων και ανθρώπινου δυναμικού, ένταση πελατειακών σχέσεων σε όλα τα επίπεδα συνδυασμένη με την ανάπτυξη του πολιτικού λαϊκισμού, παγίωση της αναξιοκρατίας και του κομματισμού ακόμη και στις σχέσεις του κράτους με τον ιδιωτικό τομέα! Η Δημόσια Διοίκηση αποσαρθρώθηκε και κάθε διοικητική ιεραρχία ουσιαστικά κατεδαφίστηκε. Δεν υπάρχει αντίστοιχο παράδειγμα αναπτυγμένης χώρας στην οποία για τη στελέχωση της δημόσιας διοίκησής της οι κρίνοντες να έχουν λιγότερα επαγγελματικά προσόντα από τους κρινόμενους.
Τελική επίπτωση, όπως σημειώνει ο καθηγητής Θεόδωρος Τσέκος [1] «η διοικητική αναποτελεσματικότητα και η ανεπαρκής άσκηση δημόσιων πολιτικών. Αναποτελεσματικότητα και ανεπάρκεια όμως μόνο από την οπτική γωνία του βεμπεριανού ορθολογισμού. Από τη σκοπιά του πελατειακού ορθολογισμού το σύστημα λειτουργεί σε καθεστώς υψηλών επιδόσεων». Χαρακτηριστικό παράδειγμα το εκπαιδευτικό μας σύστημα, το οποίο παρά τις αμέτρητες μεταρρυθμίσεις παραμένει σε κωματώδη κατάσταση και για το οποίο ο εκάστοτε κυβερνητικός πελατειακός ορθολογισμός προετοιμάζει δυναμωτικές ενέσεις ώστε να συνεχίσει τις υψηλές επιδόσεις του. Δεν είναι τυχαίο πως το θεσμικό πλαίσιο για τις κρίσεις στελεχών αλλάζει διαρκώς τα τελευταία χρόνια και μάλιστα, το 2015 άλλαξε δυο φορές [ν. 4327/2015 ( A΄ 50 ) και ν.4351/2015 ( Α΄ 164 )]!
Ταυτόχρονα, δημιουργήθηκε ένα ρήγμα στην ηθική πλέον υπόσταση της διοικητικής λειτουργίας, το οποίο αποτελεί ίσως τη σοβαρότερη από όλες τις άλλες επιπτώσεις του πολιτικού λαϊκισμού και της πελατειακής διοίκησης. Για να «κάνεις τη δουλειά σου» δεν χρειάζεσαι ένα καλό θεσμικό πλαίσιο διοικητικής λειτουργίας αλλά ένα καλό πολιτικό «μέσον»! Απαραίτητη επίσης είναι η κατάλληλη «κομματική πατέντα» την στιγμή που την χρειάζεσαι! Μπορείς να «φας τη θέση» κάποιου άλλου, να έχεις ιδιαίτερη μεταχείριση, καλύτερη μετάθεση, να εξοστρακίσεις τον συνυποψήφιο ή να αποκτήσεις στη στιγμή προσόντα, μόνο με μια κατάλληλη κομματική πατέντα. Η αποδοχή της σημαίνει και απόρριψη κάθε ηθικού ενδοιασμού που θα μπορούσε να λειτουργήσει σταθεροποιητικά και αναπτυξιακά για τους θεσμούς μιας αστικής δημοκρατίας. Γι’αυτό και στο επίπεδο των μηχανισμών διοίκησης ο αμοραλισμός των πελατειακών σχέσεων αποτελεί κυρίαρχο χαρακτηριστικό, το οποίο δεν φαίνεται να αλλάζει ούτε η δεύτερη μεγάλη ελπίδα για ένα σύγχρονο αστικό κράτος που γεννήθηκε μεταπολιτευτικά με την «πρώτη φορά αριστερά». Το αντίθετο μάλιστα!
Σε όλα τα παραπάνω προστίθεται η δομή και η δράση των συνδικαλιστών και των παρατάξεών τους που αποτελούν σημαντικό βραχίονα διατήρησης και ενίσχυσης των πελατειακών σχέσεων, είτε με άμεσο είτε με έμμεσο τρόπο διαπλεκόμενων διαδρομών. Δεν θα πάρω το παράδειγμα της κλασικής διαδρομής από τη ντουντούκα του δρόμου στο βουλευτικό αξίωμα, που ακολούθησαν μεγάλα συνδικαλιστικά ονόματα του «προοδευτικού» και μη χώρου. Ούτε το παράδειγμα των άδειων αιθουσών σε Γενικές Συνελεύσεις που με χαρά αντιμετωπίζουν οι (απ)ασχολούμενοι με τον πελατειακό συνδικαλισμό. Οι τελευταίες όμως κρίσεις για τα στελέχη εκπαίδευσης (Περιφερειακοί και Διευθυντές Εκπαίδευσης), ανέδειξαν νέα ενδιαφέροντα στοιχεία για το είδος και την ποιότητα της νέας δημόσιας διοίκησης, της οποίας η Εκπαίδευση αποτελεί ένα σημαντικό κομμάτι. Δεν αναφέρομαι εδώ στα λεγόμενα τυπικά προσόντα. Σε λίγο εξάλλου η Ελλάδα θα σπάσει και άλλο ένα παγκόσμιο ρεκόρ : οι τίτλοι σπουδών κάθε είδους και βαθμού θα έχουν την ίδια αξία που είχαν οι κατοχικές δραχμές. Αναφέρομαι κυρίως σε διαδικασίες επιλογής που αντιστοιχούν σε συγκεκριμένους σταθμισμένους ποιοτικούς στόχους.
Η «κυβερνώσα πρώτη φορά αριστερά» συνέχισε να αντιμετωπίζει με την ίδια απαξιωτική απάθεια το σημαντικό ζήτημα της στελέχωσης όπως και οι προηγούμενοι. Χρησιμοποιώντας τις ίδιες διάτρητες διαδικασίες και χωρίς καμία σοβαρή επεξεργασία για το είδος και το βαθμό των ικανοτήτων και δεξιοτήτων που απαιτούνται από το στελεχιακό δυναμικό μιας σύγχρονης διοίκησης επέβαλε συνδικαλιζόμενους γνώστες της «κομματικής πατέντας» σε απόλυτα ισορροπημένες δόσεις. Από κοντά και οι συνδικαλιστές με τις παρατάξεις τους που αγωνίζονται σκληρά για την ποιοτική αναβάθμιση της Παιδείας, την Αξιοκρατία και το σεβασμό των δημοκρατικών διαδικασιών. Οι μεν προσκείμενοι στη «Δεξιά» έδωσαν τον αγώνα τον καλό για τους υποψήφιους από τους οποίους εξαρτούν την ίδια τη συνδικαλιστική τους ύπαρξη. Κλασικές συνταγές κομματικής μαγειρικής έδωσαν τον τόνο στη νέα δημοκρατικότερη εκλογική αναμέτρηση μεταξύ υποψηφίων, καταγράφοντας άλλο ένα δείγμα διοικητικής υπανάπτυξης μοναδικής στην οικουμένη! Από την άλλη, οι συνδικαλιστές που πρόσκεινται στην «Αριστερά» (της πρώτης ή της μέλλουσας φοράς) είτε στήριξαν, γενικά και αόριστα, κάποιους υποψήφιους είτε δήλωσαν ουδέτεροι, μιας και φαίνεται οι διαδικασίες αυτές να μην έχουν σχέση με την ποιοτική αναβάθμιση για την οποία αγωνίζονται και απολύτως καμία σχέση με την ποιότητα της αστικής δημοκρατίας. Μάλιστα, ανακοινώθηκε (5-1-2016) από μεγάλα ονόματα όπως ο κ. Χ. Κάτσικας, η κ. Α.Φατούρου (ΑΠΥΣΔΕ Αττικής) και ο κ. Α. Παπαμιχαήλ (ΑΠΥΣΔΕ Ν.Αιγαίου) πως αρνούνται να συμμετάσχουν και να βαθμολογήσουν σε υπηρεσιακά συμβούλια αξιολόγησης παρ’ότι «είναι το μάτι και το αυτί των εκπαιδευτικών, εκφραστές του εκπαιδευτικού κινήματος και των διεκδικήσεών του». Λες και το συνδικαλιστικό κίνημα δεν διεκδικεί μια ποιοτικά καλύτερη διοικητική δομή όπου οι θέσεις στελεχών δεν θα βαφτίζονται «πολιτικές». Λες και το πρόβλημα ήταν αν θα αξιολογήσουν οι συνδικαλιστές και όχι τα κριτήρια και οι διαδικασίες αξιολόγησης, ούτε η ικανότητα των συνδικαλιστών ή άλλων να αξιολογούν. Λες και θα υπάρξει ποτέ διοίκηση στην εκπαίδευση που δεν θα αποτελεί μέρος ευρύτερου διοικητικού μηχανισμού. Να περιμένουμε λοιπόν, το τέλος της Ευρώπης των μονοπωλίων, την κατάρρευση του καπιταλισμού, τον ερχομό της «πραγματικά καλής» Αριστεράς, της αλλαγής των σχέσεων κυριαρχίας σε παγκόσμιο και εθνικό επίπεδο, για να μπορέσουμε να ενδιαφερθούμε επιτέλους και για τη δημόσια διοίκηση της χώρας!
Στο μεταξύ, τίποτα δεν εμποδίζει τους ουδέτερους συνδικαλιστές της αριστεράς να προτρέπουν τους εκπαιδευτικούς να γνωρίσουν και να θαυμάσουν τις «συνδικαλιστικές και ακαδημαϊκές περγαμηνές» των νέων στελεχών εκπαίδευσης. Δουλειές κάνουν οι άνθρωποι! Με ηθικολογικές σαχλαμάρες περί αξιοκρατίας θα ασχολούνται;
Υ.Γ. Είναι πασίγνωστο πως ανήκω σ’ εκείνους που προσπαθούν αγωνιωδώς να κατακτήσουν ανώτερη διοικητική θέση, αλλά έρχομαι πάντα…τελευταίος και καταϊδρωμένος. Έτσι και τώρα, χάρη σε μια τρελή κομματική πατέντα, εξαιρέθηκα από τη διαδικασία επιλογής Διευθυντών Εκπαίδευσης λόγω της οκταετούς θητείας μου σε Σχολείο Δεύτερης Ευκαιρίας που είναι επαγγελματικά ανύπαρκτη για το σύστημα! Τρία άτομα σε όλη την Ελλάδα εξαιρέθηκαν! Η δικαίωση όμως δεν άργησε. Στις 8-1-2016 (6:54 μ.μ) μετά από ενστάσεις και παραστάσεις, ενημερωθήκαμε επισήμως από τον υπεύθυνο του υπουργικού γραφείου της Παιδείας κ. Μηλιώνη πως «δυστυχώς, ξέχασαν τα ΣΔΕ, όμως το σφάλμα θα έχει διορθωθεί στην προκήρυξη για τους Σχολικούς Συμβούλους». Επιτέλους! Η ελπίδα επανέρχεται!
[1] Κράτος εν κρίσει, στο : Από τις κρίσεις στην κρίση, Νέα Εστία, τ. 1861, Μάρτιος 2014, 149-176 (164)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου