- Λεπτομέρειες
- Δημοσιεύτηκε στις 13 Απριλίου 2014
"Οσο περνάει ο καιρός, αραιά και πού πηγαίνω. Αλλά το Ναύπλιο είναι πάντα το κέντρο μου, σαν να 'μαι δεμένος με ένα αόρατο σκοινί και να διαγράφω κύκλους γύρω από αυτό".
Ο σκηνοθέτης, συγγραφέας και στιχουργός Θοδωρής Γκόνης μίλησε στην Τασούλα Επτακοίλη, στο ένθετο"Ταξίδια" της "Καθημερινής" το Μάρτιο του 2010 για το Ναύπλιο των παιδικών του χρόνων αλλά και το σύγχρονο και έκανε τις προτάσεις του προς τους επισκέπτες της πόλης. Για τη Μεγάλη Εβδομάδα προτείνει το μοναστήρι της Αγίας Μονής: "Το Πάσχα -και ειδικά η βραδιά του Επιταφίου- είναι συγκλονιστική εμπειρία εκεί, ανάμεσα στα ανθισμένα περιβόλια".
Γεννήθηκε στην Αλωνίσταινα Αρκαδίας, αλλά πέρασε τα πρώτα χρόνια της ζωής του στην Γκάτζια, λίγα χιλιόμετρα έξω από το Ναύπλιο. «Το χωριό μου ήταν ένα μπαλκόνι που είχε απέναντί του το Ναύπλιο. Και αυτό που βλέπεις καθημερινά από μακριά ίσως τελικά να το αγαπάς πιο πολύ απ' όσο αν το ζούσες από μέσα...». Βέβαια, ο Θοδωρής Γκόνης δεν το παρατηρούσε μόνο από απόσταση• την έζησε επί μακρόν την πρώτη πρωτεύουσα της Ελλάδας. Αργότερα η οικογένειά του μετακόμισε στο Ναύπλιο. Εκεί πήγε σχολείο, στις αλάνες του έπαιξε ποδόσφαιρο, στα σοκάκια του έτρεξε με τις παρέες του, στα σκαλιά του μάτωσε τα γόνατά του, στα εστιατόριά του έβγαλε τα πρώτα του μεροκάματα, δουλεύοντας ως γκαρσόνι, εκεί ερωτεύτηκε για πρώτη φορά. Και είναι φυσικό να έχει αναπτύξει μαζί του ένα δεσμό πολύ ισχυρό, ακόμα και σήμερα που οι επαγγελματικές υποχρεώσεις τον κρατούν μακριά.
«Οσο περνάει ο καιρός, αραιά και πού πηγαίνω. Αλλά το Ναύπλιο είναι πάντα το κέντρο μου, σαν να 'μαι δεμένος με ένα αόρατο σκοινί και να διαγράφω κύκλους γύρω από αυτό. Λανθάνει σε ό,τι κάνω, ειδικά στα γραψίματά μου. Και αποτελεί μέτρο σύγκρισης για κάθε άλλο τόπο. Στις «Αόρατες πόλεις» του Ιταλο Καλβίνο, ο Μεγάλος Χαν λέει στον Μάρκο Πόλο: «Μου μιλάς για όλες τις πόλεις που έχεις επισκεφτεί, αλλά ποτέ για τη δική σου, τη Βενετία». Κι εκείνος του απαντά: «Μα, μιλώντας για τις άλλες πόλεις, στην πραγματικότητα σου μιλώ για μία, τη Βενετία». Κάτι τέτοιο συμβαίνει και σε εμένα...».
Το Ναύπλιο που θυμάται, βέβαια, ο σκηνοθέτης και ποιητής δεν μοιάζει σε πολλά με το σημερινό, που «τα Σαββατοκύριακα γίνεται ένα μεγάλο ξενοδοχείο των Αθηνών». Οταν εκείνος ήταν παιδί, η πόλη δεν είχε πολλούς ξένους. «Μόνο το καλοκαίρι έρχονταν τουρίστες, οι περισσότεροι από τον ευρωπαϊκό Βορρά, αλλά με μέτρο».
Οσο για το πατρικό του σπίτι... «Ηταν κοντά στα ΚΤΕΛ της Επιδαύρου και των Αθηνών, σε μια όμορφη λαϊκή γειτονιά γεμάτη βουλκανιζατέρ». Γι' αυτό το κομμάτι της πόλης, άλλωστε, ο Θοδωρής Γκόνης έγραψε τους στίχους για το τραγούδι του Νίκου Ξυδάκη «Στο εστιατόριο που τρών' τα συνεργεία».
"Σαν μια ωραία γυναίκα..."
"Πολλά έχουν αλλάξει από τότε. Ενα μεγάλο ποσοστό των κατοίκων είναι πλέον επήλυδες. Το Ναύπλιο όμως παραμένει ευνοημένο από τη φύση και την Ιστορία. Παντού βρίσκονται διάσπαρτα κάστρα και αγάλματα• ο Καποδίστριας, ο Κολοκοτρώνης, ο Όθωνας. Η ιστορία είναι μέσα στους δρόμους», λέει. Έχει, λοιπόν, ακόμα την αύρα της «Νάπολης της Ανατολής», όπως το αποκαλούσαν οι Ενετοί; «Μα, φυσικά! Δες την πλατεία Συντάγματος, για παράδειγμα, την πλατεία Πλατάνου, όπως ονομαζόταν, από το τεράστιο δέντρο στο κέντρο της. Πολλές τροποποιήσεις έχει υποστεί τα τελευταία χρόνια, αλλά είναι πάντα σαν μια ωραία γυναίκα. Ο,τι κι αν κάνεις, όσο κι αν την ξεστολίσεις, η αρχοντιά της, και πάλι, θα φαίνεται...»
Οι δικές του επισκέψεις εκεί έχουν πάντα μια έντονη συναισθηματική φόρτιση. «Πηγαίνω στην παραλία και βλέπω τα παλιά γκαρσόνια. Είναι σαν τους παλαίμαχους ποδοσφαιριστές. Κάθονται σε μια άκρη σιωπηλοί και παρατηρούν τους νέους σερβιτόρους με τα καινούργια «σουσούμια» - με εξτρίμ κουρέματα, σκουλαρίκια και μοντέρνα ρούχα. Νοσταλγώ πολλά. Ακόμα και το ποδόσφαιρο εδώ κάποτε ζούσε μεγάλες δόξες. Εσκιζε ο Παναυπλιακός! Τώρα είναι ξεχασμένος σε κάτι υποκατηγορίες... Αλλά δεν είναι όλα «πένθιμα» και κακομοιρίστικα. Υπάρχει πάντα ένα διαφορετικό κομμάτι που μπορεί καθένας να ανακαλύψει: το Ναύπλιο της χαράς, της ανεμελιάς, του υψηλού φρονήματος. Αυτό ισχύει και για μένα. Αλλωστε, στον Μεγάλο Δρόμο ζει πάντα ένα πρόσωπο που αγαπώ πολύ κι έχω έντονα στο μυαλό μου. Ακόμα και σήμερα ξέρω τι ώρα θα ανοίξει τα παράθυρα, το απόγευμα...»
Για όποιον προγραμματίσει ένα ταξίδι στο Ναύπλιο, ο σκηνοθέτης και ποιητής είναι, πάντως, σαφής: «Ας αποφύγει τα Σαββατοκύριακα, ει δυνατόν. Είναι αλλιώτικος ο παλμός της πόλης τις καθημερινές. Και θα συμβούλευα τους εκδρομείς, όταν έρχονται, να αφήνουν τα αυτοκίνητα και τα κινητά τους έξω από την πόλη: στους Μύλους, εκεί όπου στάθηκε ο Ιμπραήμ και αγνάντεψε τ' Ανάπλι - γιατί μέσα δεν μπήκε. Οποιος δεν περπατήσει άσκοπα στα στενά του, δεν περιπλανηθεί χωρίς άγχος και σκοτούρες, δεν «πιάσει» τους ήχους και τα αρώματα, δεν θα έχει γνωρίσει το πραγματικό Ναύπλιο, αλλά μια διαφορετική πόλη».
Ο Θοδωρής Γκόνης προτείνει τις βόλτες που αξίζουν τον κόπο:
Ο γύρος της Αρβανιτιάς. «Από τη μια τα τραχιά βράχια και από την άλλη η θάλασσα. Ειδικά την άνοιξη, αυτός ο περίπατος είναι μοναδικός. Οταν πήγαινα σχολείο και κάναμε κοπάνες, εδώ ερχόμασταν και γράφαμε τα ονόματά μας στα φύλλα των φραγκοσυκιών που υπάρχουν σε όλη την πλαγιά...»
Ανοδος στο Παλαμήδι. «Με τα πόδια, φυσικά, όχι με την ευκολία του αυτοκινήτου - 857 σκαλοπάτια είναι, αλλά...παλεύονται».
Στην Παλιά Πόλη. «Και στις δρομόσκαλες του Ψαρομαχαλά. Οποιος δεν ανεβεί και κατεβεί σκαλοπάτια δεν γνωρίζει το αληθινό Ναύπλιο».
Στην Πρόνοια. «Είναι μια συνοικία λαϊκή, προσφυγική, όπου έχει άλλο χρώμα ακόμα και η ομιλία των ανθρώπων. Αξίζει να τη γνωρίσετε».
Στον Αγιο Σπυρίδωνα. «Μια «συνάντηση» με την Ιστορία. Εκεί δολοφονήθηκε ο σημαντικότερος, ίσως, Ελληνας, όλων των εποχών, ο Ιωάννης Καποδίστριας».
Στη Νέα Κίο. «Ιδανική βόλτα για ποδηλάτες. Οταν επιστρέφεις, έχεις το Ναύπλιο μπροστά σου και η εικόνα είναι μαγευτική».
Στο Λαογραφικό Μουσείο. «Στεγάζεται σε ένα νεοκλασικό κτίριο των αρχών του 20ού αιώνα, στην οδό Βασιλέως Αλεξάνδρου (Τ/ 27520-28.379). Είναι δημιούργημα μιας αξιοθαύμαστης γυναίκας, της Ιωάννας Παπαντωνίου, η οποία το κρατάει με νύχια και με δόντια».http://argolika.gr/