Του Παύλου Τσίμα
«Από παιδί με μάγευαν τα μακρινά ταξίδια/ σε μέρη που στα όνειρα είχα μονάχα δει/ γιαυτό κι εγώ μπαρκάρισα μια νύχτα σ ένα τρένο/ πέρασα από τη Λάρισα και βγήκα Αργεντινή»....
Είναι ένα ωραίο τραγούδι του Γιώργου Ανδρέου, που τραγουδά η Τσαλιγοπούλου. Αρζεντίνα. Το θυμάμαι, κάθε φορά που ανοίγει η συζήτηση περί Αργεντινής και αρχίζουν οι συγκρίσεις της μοίρας της με της Ελλάδας την μοίρα. Κάθε φορά, τόσες αμέτρητες φορές, από την αρχή του δράματος, από τότε που τρόϊκες και ΔΝΤ μπήκαν στην ζωή μας, που κάποιος λέει «μακάρι να είχαμε γίνει Αργεντινή», θα ήταν καλύτερα να είχαμε χρεοκοπήσει, να είχαμε γυρίσει στην δραχμή.
Η Αργεντινή αυτών των συζητήσεων μικρή σχέση έχει, συνήθως, με την αληθινή χώρα και τα αληθινά της πάθη. Μοιάζει περισσότερο με την φανταστική χώρα του τραγουδιού. Όπου φθάνει κανείς με τρένο. Μέσω Λάρισας...
Δεν έχω διάθεση να εκμεταλλευτώ ένα lapsus linguae του Αλέξη Τσίπρα για να τον κακίσω. Μα επειδή εκείνο το «μακάρι» του απηχεί μια άποψη που συστηματικά και επιτηδείως διακινείται, θέλησα να μοιραστώ μαζί σας δύο-τρία πράγματα που εγώ κατάλαβα- κι ελπίζω να κατάλαβα σωστά- για την Αργεντινή. Όχι για εκείνη που τραγουδά η Ελενίτσα, «μια χώρα μαγική με παραλία εξωτική». Αλλά εκείνη στην οποία ταξίδεψα, εκείνη για την οποία συζήτησα με πολλούς- από ακτιβιστές της αριστεράς ή συνδικαλιστές που οργάνωσαν την αυτοδιαχείριση εγκαταλελειμμένων εργοστασίων έως τον υπεύθυνο του μοιραίου προγράμματος του ΔΝΤ για την Αργεντινή ή τον Ντομίνγκο Καβάγιο, τον υπουργό οικονομικών, στα χέρια του οποίου ναυάγησε η χώρα.
1.- Ό,τι συνέβη στην Αργεντινή δεν συνέβη εκουσίως. Δεν ήταν επιλογή κάποιας πολιτικής δύναμης η επιλογή της χρεοκοπίας. Ό,τι συνέβη, συνέβη επειδή το ΔΝΤ, με εγκληματικό κυνισμό, αποφάσισε να βγάλει την Αργεντινή από την πρίζα. Τον Δεκέμβριο του 2001, το ΔΝΤ ανακοίνωσε ότι αποσύρει την αποστολή του από το Μπουένος Άυρες και δεν θα εκταμιεύσει την επόμενη δόση του προγράμματος, μέχρι να ληφθούν επιπλέον μέτρα λιτότητας. Πέρασαν λίγες ώρες πριν οι πολίτες χυμήξουν στις τράπεζες, λίγες μέρες, πριν η χώρα κυλήσει στην άβυσσο.
2.- Η Αργεντινή δεν πέρασε απλώς «μια μεγάλη δυσκολία». Έζησε έναν εφιάλτη, που κανείς λογικός άνθρωπος δεν θα ευχόταν να ζήσει. Με την ψυχρή γλώσσα των αριθμών (μείωση εθνικού εισοδήματος, αύξηση ανεργίας) η Ελλάδα σήμερα δεν απέχει πολύ από την Αργεντινή του 2002. Κάποιοι στατιστικοί δείκτες, μάλιστα, είναι για εμάς χειρότεροι. Αλλά οι αριθμοί δεν περιγράφουν την αλήθεια μιας χώρας, όπου τον Οκτώβριο του 2002, ένα χρόνο μετά, το 60% του πληθυσμού βρέθηκε να ζει κάτω από το όριο της φτώχειας και το 24% σε συνθήκες απόλυτης φτώχειας, χωρίς απολύτως κανένα πόρο. Μιας χώρας, όπου παιδιά πέθαιναν καθημερινά από υποσιτισμό, όπου η αξία της ανθρώπινης ζωής είχε σχεδόν μηδενιστεί και μαζί είχαν εκμηδενιστεί και οι περιουσίες των ανθρώπων της μεσαίας τάξης. Και όπου οι νέοι με αργεντίνικο διαβατήριο στα χέρια έβλεπαν τα σύνορα κλειστά. Ας το πω ξανά: φανταστείτε την σκηνή, όπου ένα φορτηγό που κουβάλαγε μοσχάρια ανατρέπεται έξω από το Ροζάριο και οι άνθρωποι των γύρω χωριών ορμούν με κουζινομάχαιρα, μπαλτάδες και πριόνια και κόβουν κομμάτια από τα ζωντανά, χυμένα στην άσφαλτο ζώα και κουβαλούν τα κομμάτια σπίτι...
3.- Η Αργεντινή πράγματι στάθηκε στα πόδια της και οι πολίτες της ανέκτησαν ένα αίσθημα αξιοπρέπειας. Η Αργεντινή αποσυνέδεσε το νόμσιμά της, το πέσο, από την σταθερή ισοτιμία με το δολάριο και έπαψε μονομερώς να εξυπηρετεί το χρέος της. Το νόμισμα υποτιμήθηκε 300%! «Το τσιγάρο που άναψα όταν άρχισα να γράφω αυτό το άρθρο έχει διπλάσια τιμή, τώρα που το τελειώνω», έγραφε ένας αργεντίνος επιφυλλιδογράφος. Αλλά και η ανάκαμψη ήταν πολύ γρήγορη. Η χώρα, βέβαια, είναι ακόμη εκτός διεθνούς δανεισμού και το επίπεδο διαβίωσης δεν έχει φθάσει ακόμη τα προ κρίσης επίπεδα. Αλλά, χωρίς αμφιβολία, η χώρα στάθηκε στα πόδια της, σχετικά γρήγορα. Θα μπορούσε η Ελλάδα να κάνει το ίδιο; Πριν απαντήσετε, σκεφθείτε δύο παράγοντες. Πρώτον, ότι είναι άλλο πράγμα να υποτιμήσεις ένα νόμισμα που ήδη υπάρχει και τελείως άλλο πράγμα, με ασύγκριτα χειρότερες επιπτώσεις, να εγκαταλείψεις τρέχοντας ένα νόμισμα για ένα άλλο. Και δεύτερον, η ανάκαμψη της Αργεντινής στηρίχτηκε στην έκρηξη των εξαγωγών της, που ωφελήθηκαν από την υποτίμηση αλλά κυρίως από την εκτίναξη των διεθνών τιμών της σόγιας και των άλλων αγαθών που η Αργεντινή (μια χώρα που στις αρχές του 20ου αιώνα ήταν μια από τις 10 πλουσιότερες χώρες του κόσμου, με κατά κεφαλήν εισόδημα μεγαλύτερο από της Γερμανίας ή της Γαλλίας) εξάγει. Η ελληνική ανάκαμψη που ακριβώς θα στηριζόταν;
4.- Και ποιός ωφελήθηκε περισσότερο από το δεκαετές αργεντίνικο δράμα; Είτε την Κριστίνα Κίρσνερ, την περονίστρια Πρόεδρο ρωτήσετε, είτε έναν οποιονδήποτε άνθρωπο σ΄ένα δρόμο του Μπουένος Άυρες, ίδια απάντηση θα σας δώσουν: Οι πολύ πλούσιοι Αργεντίνοι, εκείνοι που ωφελήθηκαν και από το ληστρικό πάρτι της δεκαετίας του 90, εκείνοι που είχαν προλάβει να μεταφέρουν τον πλούτο τους σε δολαριακές καταθέσεις στο εξωτερικό, εκείνοι και δεν είχαν ανάγκη στα χρόνια της συμφοράς να πουλήσουν όσο-όσο τα υπάρχοντά τους, τα ακίνητά τους- ένα σπίτι για 3-4 μήνες διατροφής. Το ζηλεύετε;
Συμπέρασμα: Ως τώρα διάβαζα πολλούς στον διεθνή Τύπο να αναρωτιούνται, και δικαίως, πώς είναι δυνατόν το ΔΝΤ να επαναλαμβάνει στην Ελλάδα τα λάθη που έκανε (και αναγνώρισε ότι έκανε: μια σχετική έκθεση είχε συντάξει ο σημερινός υπουργός οικονομικών των ΗΠΑ Τίμοθυ Γκάιτνερ!) στην Αργεντινή, να ακολουθεί τον ίδιο λάθος δρόμο και να υποχρεώνει τους Έλληνες να ζήσουν ένα αντίστοιχο δράμα. Μα ακριβώς γιαυτό θα ήταν άνω ποταμών οι ίδιοι οι Έλληνες, και μάλιστα από μια υποτιθέμενα αριστερή οπτική γωνία, να εύχονται να τους συμβεί ό,τι θα έπρεπε να πολεμούν με νύχια και δόντια να αποφύγουν. Εκτός και δεν μιλάμε για Αργεντινή, αλλά για Αρζεντίνα- μια νύχτα στα κλαρίνα...